Σάββατο 7 Φεβρουαρίου 2009

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟ ΠΑΥΛΟ

Καθηγητού Βλασίου Ιω. Φειδά

Η έννοια της αποστολικής διαδοχής συνδέεται άρρηκτα με την αυτονόητη προοπτική της διαδοχής των αποστόλων μετά τον θάνατό τους στη συνέχεια του αποστολικού έργου, ενώ η χειροτονία υπήρξε ο μόνος τρόπος για την παραχώρηση εξουσιών από τους αποστόλους σε δοκιμασμένους συνεργούς τους για τη διασφάλιση όχι μόνο της ευρύτερης κατανομής αρμοδιοτήτων εν τόπω, αλλά και της αδιάκοπης συνέχειας της αποστολικής λειτουργίας της επισκοπής εν χρόνω. Εντούτοις, ενώ η ανάπτυξη του αποστολικού έργου εν τόπω καλύφθηκε εξ αρχής με τη χειροτονία από τους αποστόλους του τοπικού ιερατείου (επισκόπων και διακόνων η πρεσβυτέρων), όπως μαρτυρείται στην αποστολική γραμματεία, η κατοχύρωση της αδιάκοπης συνέχειας της αποστολικής λειτουργίας της επισκοπής εν χρόνω, δηλαδή η αντιμετώπιση του ζητήματος της διαδοχής των αποστόλων μετά τον θάνατό τους, δεν ήταν κατά την αποστολική περίοδο μία άμεση η πιεστική ανάγκη, γι' αυτό και οι σχετικές μαρτυρίες είνε περιστασιακές και οπωσδήποτε ασαφείς, ιδιαίτερα μετά τη συστηματική αμφισβήτησή τους από την προτεσταντική θεολογία. Υπό την έννοια αυτή, η σχέση χειροτονίας και αποστολικής διαδοχής είναι η μόνη ασφαλής οδός για μία συστηματική προσέγγιση του κρισίμου ζητήματος είναι οι σχετικές μαρτυρίες, οι οποίες υπάρχουν στις επιστολές του αποστόλου Παύλου, αφ' ενός μεν γιατί σε αυτές έχουν επικεντρωθή οι κύριες θεολογικές διαφωνίες, αφ' ετέρου δε γιατί αυτές παρέχουν τη δυνατότητα κριτικής και συγκριτικής αξιολογήσεως των σημαντικών μαρτυριών της γραμματείας της πρώιμης μεταποστολικής εποχής (70-100 μ.Χ.), οι οποίες παρουσιάζουν εντυπωσιακή συγγένεια πνεύματος και ορολογίας προς τις μαρτυρίες των παυλείων επιστολών. Συνεπώς, τα κρίσιμα ερωτήματα είναι: Ποιός χειροτονεί, Ποιόν χειροτονεί και ποιό λειτούργημα αναλαμβάνει ο χειροτονούμενος στην αποστολική λειτουργία της επισκοπής;

1. Χάρισμα και ιερωσύνη

Η αποστολική διαδοχή αναφέρεται στην αδιάκοπη συνέχεια της αποστολικής λειτουργίας της επισκοπής στην ιστορική πορεία της Εκκλησίας και εκφράζεται αποκλειστικά με τη μεταβίβαση της εξουσίας του Χριστού από τους αποστόλους στους διαδόχους τους, η οποία προσδιορίζει και τη σχέση τους προς το τοπικό ιερατείο, όπως αυτό μαρτυρείται στην αποστολική και τη μεταποστολική εποχή. Η αμφισβήτηση από τον Α.v. Harnack όπως επίσης και από την ιστορική σχολή της προτεσταντικής θεολογίας, της ρωμαιοκαθολικής διδασκαλίας για την αποστολική διαδοχή στηρίχθηκε αφ' ενός μεν στον πλασματικό διαχωρισμό μιας οικουμενικής τάξεως χαρισματούχων (απόστολοι, προφήτες, διδάσκαλοι, ευαγγελιστές κ.λπ.) από την τάξη του τοπικού ιερατείου (επίσκοποι και διάκονοι, πρεσβύτεροι), αφ' ετέρου δε στην αυθαίρετη απόρριψη της αδιάκοπης συνέχειας της εξουσίας των αποστόλων στους διαδόχους τους επισκόπους, όπως αυτή μαρτυρείται κατά τις αρχές του Β αιώνα στις επιστολές του Ιγνατίου Αντιοχείας. Πράγματι, ο A.v. Harnack υποστήριξε την υπεροχή της οικουμενικής τάξεως των χαρισματούχων έναντι του τοπικού ιερατείου επί τη βάσει του χωρίου της προς Εφεσίους επιστολής του αποστόλου Παύλου, κατά το οποίο «και αυτός (=Ιησούς Χριστός) έδωκε τους μεν αποστόλους, τους δε προφήτας, τους δε ευαγγελιστάς, τους δε ποιμένας και διδασκάλους, προς καταρτισμόν των αγίων, εις έργον διακονίας, εις οικοδομήν του σώματος του Χριστού» (Εφεσ. 4, 10-12). Έτσι, συνέδεσε αυθαίρετα τους μεν «αποστόλους», «προφήτας» και «ευαγγελιστάς» με την υπερέχουσα οικουμενική τάξη των χαρισματούχων, τους δε «ποιμένας και διδασκάλους» με το τοπικό ιερατείο. Απέκλεισε έτσι κάθε έννοια διαδοχής στην αποστολική λειτουργία της επισκοπής με ανάλογη χρησιμοποίηση και των σχετικών μαρτυριών της Διδαχής περί της τάξεως των περιοδευτών «προφητών».

Βασική επιδίωξη του πλασματικού αυτού διαχωρισμού από την προτεσταντική θεολογία της οικουμενικής τάξεως των χαρισματούχων από το τοπικό ιερατείο ήταν η απόρριψη της ρωμαιοκαθολικής διδασκαλίας περί της αδιακόπου αποστολικής διαδοχής στους επισκόπους της Εκκλησίας, αφού οι επίσκοποι των επιστολών του Ιγνατίου δεν μπορούν να αναζητηθούν ούτε στην τάξη των χαρισματούχων, η οποία αποσυνδέεται από το ιερατείο, ούτε στο τοπικό ιερατείο (επισκόπους η πρεσβυτέρους), το οποίο δεν ήταν φορέας της επισκοπικής εξουσίας. Το γεγονός ότι οι τίτλοι «επίσκοπος» και «πρεσβύτερος» δεν δηλώνουν στην καινοδιαθηκική γραμματεία του φορέα της επισκοπικής εξουσίας στα πλαίσια της αποστολικής διαδοχής καθιστά αναγκαία την αναζήτησή του σε κάποια από τις εξέχουσες τάξεις, οι οποίες συμμετείχαν στην αποστολική λειτουργία της επισκοπής τόσο κατά την αποστολική, όσο και κατά την πρώιμη μεταποστολική εποχή. Σε ειδική μελέτη υποστηρίξαμε ότι η τάξη των προφητών κατείχε πράγματι κατά την κρίσιμη αυτή περίοδο εξέχουσα θέση στη συνέχιση της αποστολικής λειτουργίας της επισκοπής, αφού στελεχωνόταν από τους εκλεκτούς μαθητές και συνεργούς των αποστόλων, για να συνεχίσουν το έργο τους, όπως συνάγεται και από την ορθή ερμηνεία των σχετικών μαρτυριών όχι μόνο της Διδαχής, αλλά και της όλης γραμματείας της μεταποστολικής εποχής (βλ. Ι. Φειδά, Το πολίτευμα της Εκκλησίας και η Τάξις των Προφητών, Αθήναι 1984).

Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι ο απόστολος Παύλος ο οποίος συμπεριλαμβάνεται από τον μαθητή και συνεργό του ευαγγελιστή Λουκά στην τάξη των Προφητών της Εκκλησία της Αντιοχείας (Πραξ. 13, 1-3), κατατάσσει πάντοτε την τάξη των προφητών αμέσως μετά τους αποστόλους τόσο στο χωρίο της προς Εφεσίους Επιστολής (4, 10-12), όσο και στο περίφημο χωρίο της Α πρός Κορινθίους επιστολής του: «Και ους μεν έθετο ο Θεός εν τη Εκκλησία πρώτον αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, έπειτα δυνάμεις, είτα χαρίσματα ιαμάτων, αντιλήψεις, κυβερνήσεις, γένη γλωσσών. Μη πάντες απόστολοι, μη πάντες προφήται, μη πάντες διδάσκαλοι, μη πάντες δυνάμεις, μη πάντες χαρίσματα έχουσιν ιαμάτων, μη πάντες γλώσσαις λαλούσι, μη πάντες διερμηνεύουσι. Ζηλούτε ουν τα χαρίσματα τα κρείττονα» (Α Κορ. 12, 28-31). Η σημαντική αυτή μαρτυρία καθιστά σαφές ότι: α) τα ιεραρχικώς προτασσόμενα χωρίσματα (απόστολοι, προφήται, διδάσκαλοι) ήσαν «τα χαρίσματα τα κρείττονα», τα οποία δεν είναι δυνατόν να ταυτισθούν προς τα ελεύθερα η παροδικά χαρίσματα των απλών πιστών, β) οι φορείς των «κρειττόνων χαρισμάτων» είναι συγκεκριμένες τάξεις με μόνιμη αφιέρωση στην αποστολική λειτουργία της επισκοπής, αφού ο,τι «ο Θεός θέτει εν τη Εκκλησία» είναι μόνιμο λειτούργημα στη ζωή της Εκκλησίας, όπως η τάξη των αποστόλων, γ) η τάξη των προφητών ανήγε το λειτούργημα στον Θεό, όπως και η τάξη των αποστόλων, γι' αυτό και η εξέχουσα θέση της προσδιορίζεται κατ' αναφοράν προς τους αποστόλους και όχι βεβαίως προς την τοπική Εκκλησία, και δ) η τάξη των προφητών αναδεικνύεται τόσο στην αποστολική, όσο και στην πρώιμη μεταποστολική εποχή ως η σημαντικότερη τάξη της Εκκλησίας μετά τους αποστόλους.

Υπό την έννοια αυτή, ο εισαγόμενος από τον A.v. Harnack και την προτεσταντική θεολογία κάθετος χωρισμός χαρίσματος και ιερωσύνης είναι αυθαίρετο θεολογικό πλάσμα, το οποίο δεν μπορεί να ανεύρη πειστικά ερείσματα στην καινοδιαθηκική και στη μεταποστολική γραμματεία. Έτσι, ο R. Bultman (Theology of the N.T., 2, 103) αποκρούει ως αβάσιμη τη θεωρία του A. v. Harnack για τον διαχωρισμό της οικουμενικής τάξεως των χαρισματούχων από το τοπικό ιερατείο και υποστηρίζει όχι μόνο την ισοβιότητα του λειτουργήματος όσων ανήκαν στην τάξη των προφητών, αλλά και την εξέλιξή τους σε φορείς εξέχουσας εξουσίας κατά την άσκηση της αποστολικής λειτουργίας της επισκοπής. Ποίοι όμως ανήκαν στην τάξη των προφητών; Είναι προφανές ότι στην τάξη αυτή ανήκαν οι μαθητές και συνεργοί των αποστόλων, αφού, οι προφήτες, όπως και οι συνεργοί των αποστόλων, μπορούσαν να ευαγγελίζονται, κατ' εντολήν των αποστόλων, τον λόγο του Θεού χωρίς τοπική δέσμευση (Πραξ. 13, 1 κ.εξ.), να επισκοπούν και να στηρίζουν τις τοπικές εκκλησίες (Πραξ. 15, 36), να εκπροσωπούν τους αποστόλους και να κοινοποιούν αποστολικές αποφάσεις στις τοπικές Εκκλησίες (Πραξ. 15, 22, 32), να χειροτονούν, όπως και οι απόστολοι, επισκόπους και διακόνους στις τοπικές εκκλησίες (Πραξ. 14, 23) κ.α. Η σχέση όμως των προφητών προς τους συνεργούς των αποστόλων, καίτοι επιβεβαιώνεται στην καινοδιαθηκική και την πρώιμη μεταποστολική γραμματεία (Διδαχή), εν τούτοις καθιστά αναγκαία την περιγραφή αφ' ενός μεν της ιδιαίτερης έννοιας του τίτλου των προφητών έναντι του τίτλου των αποστόλων, αφ' ετέρου δε του τρόπου εντάξεως των συνεργών των αποστόλων στην τάξη των προφητών.

2. Αποστολική λειτουργία της επισκοπής και αποστολική χειροτονία

Κοινός τόπος της όλης γραμματείας της αποστολικής και της μεταποστολικής εποχής για την ένταξη τόσο των φορέων των {κρειττόνων χαρισμάτων} συνεργών των αποστόλων (προφητών, διδασκάλων κ.λπ.), όσο και του τοπικού ιερατείου (επίσκοποι και διάκονοι η πρεσβύτεροι) στην αυτοδύναμη άσκηση της αποστολικής λειτουργίας της επισκοπής ήταν η χειροτονία τους από τους αποστόλους μετά από μία σχετική περίοδο δοκιμασίας σε διάφορους τομείς του αποστολικού έργου, η οποία ήταν σύντομη για το τοπικό ιερατείο και πολύ εκτενής για τους συνεργούς των αποστόλων, αναλόγως και προς τα προσωπικά τους χαρίσματα. Είναι όμως ευνόητον ότι η χειροτονία των αποστόλων συνδεόταν απολύτως με το ανατιθέμενο έργο, το οποίο προσδιόριζε και το περιεχόμενο η το επίπεδο της αποδιδομένης αυθεντίας σε κάθε συγκεκριμένη τάξη. ’λλη δηλαδή ήταν η αυθεντία των χειροτονουμένων για το τοπικό ιερατείο και άλλη η αυθεντία των χειροτονουμένων για την άσκηση του αποστολικού έργου, όπως άλλη ήταν η αυθεντία των χειροτονουμένων επισκόπων και διακόνων στο τοπικό ιερατείο. Έτσι, η χειροτονία των στενών συνεργατών των αποστόλων, η οποία αναφερόταν στην οικουμενική προοπτική του αποστολικού έργου, συνδεόταν άρρηκτα με αυτό και παρείχε ανάλογη αυθεντία προς την αυθεντία των αποστόλων.

Είναι λοιπόν επίσης προφανές ότι, ενώ όλοι καθίσταντο με αποστολική χειροτονία στις διάφορες τάξεις της ποικίλης διακονίας του αποστολικού έργου, εντούτοις υπήρχε σαφής ιεράρχηση αυθεντίας και αξίας στις διάφορες τάξεις των χειροτονουμένων, ιδιαίτερα μεταξύ των καθισταμένων στα «κρείττονα χαρίσματα» και των καθισταμένων στο τοπικό ιερατείο επισκόπων και διακόνων η πρεσβυτέρων. Η ειδοποιός όμως διαφορά μεταξύ τους σε επίπεδο αξίας και αυθεντίας, καίτοι απέρρεε από την ιδιαιτερότητα της αποστολικής χειροτονίας, εκφράζεται σαφέστερα ήδη και κατά την αποστολική εποχή με την υπερέχουσα αυθεντία των χειροτονημένων από τους αποστόλους συνεργούς τους στην άσκηση του δικαίου των χειροτονιών. Πράγματι, το τοπικό ιερατείο (επίσκοποι και διάκονοι), καίτοι είχε λάβει αποστολική χειροτονία, δεν είχε λάβει και την αυθεντία να χειροτονή κατά πόλεις επισκόπους και διακόνους, όπως επιβεβαιώνεται από όλη την αποστολική γραμματεία. Αντιθέτως, όσοι από τους συνεργούς των αποστόλων στο αποστολικό έργο είχαν λάβει αποστολική χειροτονία, αυτοί είχαν την αυθεντία να χειροτονούν κατά πόλεις επισκόπους και διακόνους, όπως και οι απόστολοι, καίτοι, εφ' όσον ζούσαν οι απόστολοι, ασκούσαν την εξουσία αυτή μόνο κατ' εντολήν των αποστόλων.

Χαρακτηριστικοί τύποι της υπερέχουσας αυθεντίας των χειροτονημένων συνεργών των αποστόλων στην καινοδιαθηκική γραμματεία είναι οι μαθηταί του αποστόλου Παύλου Τιμόθεος και Τίτος, οι οποίοι ανήκαν στον στενώτερο κύκλο των εμπίστων συνεργατών του αποστόλου των εθνών, όπως φαίνεται και από το περιεχόμενο των επιστολών του προς αυτούς, και είχαν την εξουσία να επιλέγουν και να χειροτονούν το τοπικό ιερατείο μετά από την κατάλληλη δοκιμασία των χειροτονουμένων (Α Τιμ., 3, 1-13. 5, 22. Β Τιμ. 4, 9-11. Τιτ. 1,5-9.3, 12-14). Η εξαιρετική αυτή αυθεντία των δύο συνεργών, όπως και πολλών άλλων συνεργών του αποστόλου των εθνών, να χειροτονούν το τοπικό ιερατείο (επισκόπους και διακόνους) απέρρεε όχι βεβαίως μόνο από την εμπιστοσύνη η την εντολή του αποστόλου προς αυτούς, αλλά κυρίως από την αποστολική χειροτονία για την ένταξή τους στην υπεύθυνη άσκηση της αποστολικής λειτουργίας της επισκοπής. Υπό την έννοια αυτή, ο απόστολος Παύλος συνδέει το μέγεθος της αποστολής του Τιμοθέου με τη χειροτονία του: «Παράγγελλε ταύτα και δίδασκε. Μηδείς σου της νεότητος καταφρονείτω, αλλά τύπος γίνου των πιστών εν λόγω εν αναστροφή, εν αγάπη, εν πνεύματι, εν πίστει, εν αγνεία. Έως έρχομαι πρόσεχε η αναγνώσει, τη παρακλήσει, τη διδασκαλία. Μη αμέλει του εν σοι χαρίσματος, ο εδόθη σοι δια προφητείας μετά επιθέσεως των χειρών του πρεσβυτερίου...» (Α Τιμ. 4, 11-14). Υπό το αυτό πνεύμα συνδέεται προς την αποστολική χειροτονία και η επανάληψη της προτροπής του αποστόλου Παύλου προς τον Τιμόθεο: «Υπόμνησιν λαμβάνων της εν σοι ανυποκρίτου πίστεως..., δι' ην αιτίαν αναμιμνήσκω σε αναζωπυρείν το χάρισμα του Θεού, ο εστιν εν σοι δια της επιθέσεως των χειρών μου...» (Β Τιμ. 1,5-6).

Οι μαρτυρίες αυτές έχουν απόλυτη αξία για την ορθή ερμηνεία της άρρηκτης σχέσεως όχι μόνο της χειροτονίας προς την αποστολική διαδοχή, αλλά και των {κρειττόνων χαρισμάτων} προς τη χειροτονία των διαδόχων των αποστόλων στην αποστολική λειτουργία της επισκοπής, γι' αυτό και η προτεσταντική Θεολογία αμφισβήτησε όχι μόνο την παύλεια προέλευση των αποστολικών αυτών επιστολών, αλλά και αυτή ακόμη τη χρονολόγησή τους στην αποστολική εποχή. Αντιθέτως, η εκκλησιαστική συνείδηση της μεταποστολικής εποχής είδε πάντοτε στις αποστολικές αυτές επιστολές τις υποθήκες του αποστόλου των εθνών προς τους συνεργούς και διαδόχους του στην αποστολική λειτουργία της επισκοπής, ενώ το περιεχόμενο των σχετικών με τη χειροτονία μαρτυριών επιβεβαιώνει την αποστολική τους προέλευση. Πράγματι, η περιγραφή του τρόπου εντάξεως των συνεργών των αποστόλων στην αποστολική λειτουργία της επισκοπής με την «επίθεσιν των χειρών» των αποστόλων (χειροτονία), μετά την αναγκαία δοκιμασία, είναι ο μόνος τρόπος μεταβιβάσεως εξουσιών από τους αποστόλους σε όσους επιλέγοντο να υπηρετήσουν το αποστολικό έργο όχι μόνο σε τοπική (τοπικό ιερατείο), αλλά και σε οικουμενική προοπτική (φορείς των κρειττόνων χαρισμάτων). ’λλωστε, η εξ αρχής επιφυλακτική στάση του αποστόλου Παύλου έναντι της παροδικής εκδηλώσεως των ελευθέρων χαρισμάτων των πιστών, όπως συνάγεται από την προς Κορινθίους επιστολή του (Α Κορ., 12), ήταν μία γενικότερη τάση κατά την αποστολική εποχή, γι' αυτό και ο μεν απόστολος των εθνών προτρέπει τους πιστούς να επιθυμούν «τα κρείττονα χαρίσματα» («ζηλούτε δε τα χαρίσματα τα κρείττονα»), η δε Εκκλησία περιόρισε σταδιακά την ανεξέλεγκτη εκδήλωση των ελευθέρων χαρισμάτων των πιστών. Έτσι, ο όρος {χάρισμα} στο τέλος της αποστολικής εποχής όχι μόνο χρησιμοποιείται σπανιότερα, αλλά και συνδέεται κατά κανόνα με τη χειροτονία.

3. Η αποστολική χειροτονία και η τάξη των προφητών

Υπό το πνεύμα αυτό, οι μαρτυρίες των δύο επιστολών του αποστόλου Παύλου προς τον συνεργό του Τιμόθεο αποκτούν ιδιαίτερη σπουδαιότητα για τη σχέση της χειροτονίας προς την αποστολική διαδοχή, όπως επίσης και για τον τίτλο, τον οποίο έφεραν οι διάδοχοι των αποστόλων. Και οι δύο μαρτυρίες συνδέουν τη χειροτονία με το χάρισμα, αλλ' όμως στην πρώτη μαρτυρία («μη αμέλει του εν σοι χαρίσματος, ο εδόθη σοι δια προφητείας», η δε χειροτονία «μετά επιθέσεως των χειρών του πρεσβυτερίου», ενώ στη δευτέρα μαρτυρία («αναμιμνήσκω σε αναζωπυρείν το χάρισμα του Θεού, ο εστιν εν σοι, δια της επιθέσεως των χειρών μου») το μεν χάρισμα ήταν «χάρισμα του Θεού», η δε χειροτονία σε αυτό έγινε «δια της επιθέσεως των χειρών» του αποστόλου Παύλου και όχι «του πρεσβυτερίου». Είναι προφανές ότι «το χάρισμα του Θεού», το οποίο δόθηκε στον Τιμόθεο «δια της επιθέσεως των χειρών» του αποστόλου Παύλου η δια προφητείας μετά επιθέσεως τών χειρών τού πρεσβυτερίου», δέν είναι βεβαίως τό χάρισμα τού βαπτίσματος, ούτε η παροδική έμπνευση τών ελευθέρων χαρισμάτων αφ' ενός μέν γιατί δόθηκε κατά τή χειροτονία του από τόν απόστολο Παύλο μέ τή συμμετοχή καί τού πρεσβυτερίου, αφ' ετέρου δέ γιατί ήταν πλέον μόνιμο κτήμα τού Τιμοθέου («ο εστιν εν σοί») καί συνδεόταν μέ τήν εξαιρετική αυθεντία γιά τή διαφύλαξη ανόθευτης τής παρακαταθήκης τής πίστεως, η οποία ήταν ουσιαστικό στοιχείο τής αποστολικής λειτουργίας τής επισκοπής.

Εν τούτοις, είναι πολύ σημαντική η συσχέτιση στήν πρώτη μαρτυρία τής δόσεως τού {χαρίσματος τού Θεού} στόν Τιμόθεο «διά προφητείας μετά επιθέσεως τών χειρών τού πρεσβυτερίου» (Α΄ Τιμ. 4, 13-14), γιατί η φράση «διά προφητείας» είναι δυσερμήνευτη, αφού είναι συστατικό στοιχείο τόσο τής δόσεως τού χαρίσματος, όσο καί τής χειροτονίας τού Τιμοθέου από τόν απόστολο Παύλο μέ τή συμμετοχή καί τού «πρεσβυτερίου». Οι προτεινόμενες ερμηνείες τής φράσεως «διά προφητείας» τείνουν συνήθως νά τήν αποσυνδέσουν από τή χειροτονία καί νά τή συνδέσουν μέ τό ελεύθερο «χάρισμα τής προφητείας» (E. Schweizer, Church Order in N.T., London 1963), αλλά η όλη διατύπωση τής μαρτυρίας αποκλείει καί τίς δύο επιλογές τής προτεσταντικής κυρίως βιβλικής θεολογίας. Αντιθέτως, αφού η χορήγηση τού χαρίσματος «διά προφητείας» συνδέεται άρρηκτα πρός τή χειροτονία («μετά επιθέσεως τών χειρών τού πρεσβυτερίου»). Ο όρος «προφητεία» χρησιμοποιείται από τόν απόστολο Παύλο καί σέ άλλη συνάφεια γιά τήν αποστολή τού Τιμοθέου: «Ταύτην τήν παραγγελίαν παρατίθεμαί σοι, τέκνον Τιμόθεε, κατά τάς προαγούσας επί σέ προφητείας, ίνα στρατεύη τήν καλήν στρατείαν» (Α΄ Τιμ. 1, 18). Καί οι δύο αναφορές στόν όρο «προφητεία» συνδέονται προφανώς μέ τήν άμεση υπόδειξη ή επιλογή τού αγίου Πνεύματος γιά τήν αποτελεσματική άσκηση τού αποστολικού έργου. Έτσι, η φράση «διά προφητείας» στή χειροτονία τού Τιμοθέου σημαίνει ότι η χειροτονία έγινε «διά τής επιλογής ή τής ενεργείας τού αγίου Πνεύματος», όπως καί στή σχετική περίπτωση επιλογής από τό άγιο Πνεύμα τού Παύλου καί τού Βαρνάβα γιά τήν πρώτη αποστολική περιοδεία στά έθνη (Πράξ. 13, 1-3).

Υπό τήν έννοια αυτή, η συγκεκριμένη φράση «διά προφητείας» στή συνάφεια τής χειροτονίας τού Τιμοθέου από τόν απόστολο Παύλο ή τό πρεσβυτέριο ή καί τούς δύο, μετά από υπόδειξη ή επιλογή τού αγίου Πνεύματος, δηλώνει ότι ο Τιμόθεος μέ τήν αποστολική χειροτονία εντάχθηκε μέ εξέχουσα καί μόνιμη αυθεντία στήν αποστολική λειτουργία τής επισκοπής. Η σύνδεση τής επιλογής τού Τιμοθέου «διά προφητείας» πρός τή χειροτονία («μετά επιθέσεως τών χειρών τού πρεσβυτερίου») δέν εξουδετερώνει ή σχετικοποιεί τήν μαρτυρία γιά τή χειροτονία του από τόν απόστολο Παύλο. ’λλωστε, οι πρεσβύτεροι, οι οποίοι εχειροτονούντο από τούς συνεργούς τών αποστόλων (Τιμόθεο, Τίτο κ.ά.), δέν είχαν αυτόνομη ή αυτοδύναμη εξουσία νά χειροτονούν, αφού μία τέτοια εξουσία είναι τελείως άγνωστη τόσο στήν καινοδιαθηκική γραμματεία, όσο καί στή γραμματεία τής μεταποστολικής εποχής. Είναι προφανές ότι η χειροτονία τού Τιμοθέου από τόν απόστολο Παύλο έγινε σέ ευχαριστιακή σύναξη τής τοπικής εκκλησίας τής Εφέσου, στήν οποία συμμετείχαν ή παρίσταντο όχι μόνο συνεργοί τού αποστόλου τών εθνών, αλλά καί τό τοπικό ιερατείο, γι' αυτό καί μέ τόν συνδυασμό τών δύο σχετικών μαρτυριών, η συμμετοχή τού πρεσβυτερίου καθίσταται δευτερεύουσας σημασίας γιά τή μετάδοση τού χαρίσματος (R. Buttmann, Theology of the N.T., 2, 107). Η αποστολική λοιπόν χειροτονία «διά προφητείας» ενέτασσε τόν Τιμόθεο σέ υψηλότερη αυθεντία από εκείνη τού τοπικού ιερατείου, η οποία τόν κατέτασσε αμέσως μετά τούς αποστόλους καί τού παρείχε τήν εξουσία νά χειροτονή τό τοπικό ιερατείο στά πλαίσια τής ασκήσεως τής αποστολικής λειτουργίας τής επισκοπής.

Η σημαντικότερη λοιπόν τάξη μετά τούς αποστόλους ήταν, κατά τήν αποστολική καί τήν πρώιμη μεταποστολική εποχή, η τάξη τών προφητών (Πραξ. 13, 1-3. 15, 22, 32. Α΄ Κορ. 12, 28-31. Εφεσ., 2, 19-21. 3,5 4, 11-13 Διδαχή κ.λπ.). Ο E. Schweizer αναγνωρίζει ότι, «από τή μετακίνηση τών Γαλιλαίων στά Ιεροσόλυμα μέχρι τή φυγή τους στήν Πέλλα, η πορεία τής Εκκλησίας καθορίσθηκε κατ' ουσίαν από τίς υποδείξεις τού αγίου Πνεύματος διά μέσου τών προφητών καί τών υπολοίπων μελών τής Εκκλησίας (Church Order in N.T., 50), αλλά, καίτοι δέχεται τή σχέση τών συνεργών τών αποστόλων πρός τή τάξη τών προφητών, απορρίπτει τή χειροτονία τού Τιμοθέου, παρερμηνεύοντας τίς γνωστές μαρτυρίες τών πρός Τιμόθεον επιστολών (ένθ' αν., 181). Αντιθέτως, ο R. Buttmann (Theology of the N.T., 2, 161-162) όχι μόνο απέκλεισε κάθε δυνατότητα αποσυνδέσεως χαρίσματος καί ιερωσύνης, αλλά καί υποστήριξε ότι στήν τάξη τών προφητών υπήρχαν προφήτες, οι οποίοι είχαν λάβει αποστολική χειροτονία, γι' αυτό καί υποστήριξε ότι «τότε πραγματοποιήθηκε τό αποφασιστικό βήμα. Εφεξής τό λειτούργημα (=τών προφητών) εθεωρείτο καταστατικής σημασίας γιά τήν Εκκλησία. Η όλη Εκκλησία στηρίζεται πλέον στούς λειτουργούς, τό λειτούργημα τών οποίων ανατρέχει μέ αδιάκοπη διαδοχή στούς αποστόλους» (ένθ' ανωτ., 2, 107). Υπό τήν έννοια αυτή, η εκκλησιαστική συνείδηση τής μεταποστολικής εποχής θεωρούσε αυτονόητο τό γεγονός ότι οι συνεργοί τών αποστόλων διαδέχθηκαν μέ αποστολική χειροτονία τούς αποστόλους στήν αυθεντική συνέχεια τής αποστολικής λειτουργίας τής επισκοπής καί, όπως συνάγεται από όλες τίς άμεσες ή έμμεσες μαρτυρίες τής πρώιμης μεταποστολικής εποχής, αποτελούσαν μία εξέχουσα αυθεντία γιά όλες τίς τοπικές εκκλησίες ως «αυτήκοοι» τών αποστόλων.

Είναι όμως πολύ χαρακτηριστικό ότι από τό πλήθος τών μαθητών καί συνεργών τών αποστόλων μόνον οι δοκιμώτεροι ελάμβαναν τήν αποστολική χειροτονία καί πρωθούντο στήν τάξη τών διαδόχων τών αποστόλων. Πράγματι, η μακρά δοκιμασία ήταν κατά τόν απόστολο Παύλο αναγκαία, γι' αυτό προέτρεπε καί τόν Τιμόθεο νά μή χειροτονή «νεόφυτον, ίνα μή τυφλωθείς εις κρίμα εμπέση τού διαβόλου» (Α΄ Τιμ. 3, 6). ’λλωστε, είναι γνωστό ότι καί ο ίδιος ο απόστολος τών εθνών απέφευγε τήν εσπευσμένη χειροτονία τών συνεργών του καί επέμενε στή μακρά δοκιμασία, γι' αυτό καί μόνο λόγοι από τόν κύκλο τών μαθητών του είχαν λάβει τήν εξουσία νά χειροτονούν τό τοπικό ιερατείο (Τιμόθεος, Τίτος, Σίλας, Τυχικός, Λουκάς, Μάρκος, Αρτεμάς, Κρήσκης κ.ά.). Υπό τήν έννοια αυτή πρέπει νά ερμηνευθή η καθυστέρηση τής χειροτονίας τού εξέχοντος μαθητού του Απολλώ καί τού νομικού Ζηνά, οι οποίοι προσκλήθηκαν από τόν απόστολο Παύλο στή Νικόπολη γιά νά λάβουν τήν αποστολική χειροτονία: «Όταν πέμψω Αρτεμάν πρός σε ή Τυχικόν, σπούδασον ελθείν πρός με εις Νικόπολιν, εκεί γάρ κέκρικα παραχειμάσαι. Ζηνάν τόν Νομικόν καί Απολλώ σπουδαίως πρόπεμψον, ίνα μηδέν αυτοίς λείπη. Μανθανέτωσαν δέ καί οι ημέτεροι καλών έργων προίστασθαι εις τάς αναγκαίας χρείας, ίνα μή ώσιν άκαρποι» (Τίτ., 3, 12-14). Από τή μαρτυρία αυτή συνάγονται, κατά τήν προσωπική μας ερμηνευτική προσέγγιση τού κειμένου, ως εύλογα συμπεράσματα αφ' ενός μέν ότι οι αντικαταστάτες τού Τίτου στήν Κρήτη Αρτεμάς καί Τυχικός είχαν λάβει τήν αποστολική χειροτονία καί μπορούσαν, όπως ο Τίτος, νά χειροτονούν τό τοπικό ιερατείο, αφ' ετέρου δέ ότι ο Ζηνάς καί ο Απολλώς δέν είχαν λάβει τήν αποστολική χειροτονία μέχρι τά τελευταία έτη τής αποστολικής δράσεως τού Παύλου. Πράγματι, κατά τή γνώμη μας, αυτό υποδηλώνουν οι δύο χαρακτηριστικές προτάσεις τού κειμένου («ίνα μηδέν αυτοίς λείπη» «ίνα μή ώσιν άκαρποι») γιά τήν αιτιολόγηση τής σπουδής τού αποστόλου τών εθνών («σπουδαίως πρόπεμψον»), παρά τίς προτεινόμενες από τούς βιβλικούς διάφορες ασαφείς ή καί αβάσιμες ερμηνείες τού συγκεκριμένου κειμένου.

4. Η τάξη τών προφητών καί η αποστολική διαδοχή

Είναι όμως εύλογο τό ερώτημα: Οι λαμβάνοντες τήν αποστολική χειροτονία μαθητές καί συνεργοί τών αποστόλων γιά τήν ένταξή τους στήν αποστολική λειτουργία τής επισκοπής ποίο τίτλο έφεραν; Σέ ειδική μελέτη μας (Τό πολίτευμα τής Εκκλησίας καί η τάξις τών προφητών, 1984) υποστηρίξαμε, μέ πολλά επιχειρήματα από τή γραμματεία τής πρώιμης μεταποστολικής εποχής, ότι οι χειροτονούμενοι συνεργοί τών αποστόλων ενετάσσοντο στήν τάξη τών προφητών καί έφεραν τόν τίτλο τού προφήτου μέχρι τό τέλος τής αποστολικής εποχής (70 μ.Χ.), ενώ μετά τόν θάνατο τών αποστόλων χρησιμοποιούσαν καί τόν τίτλο τού αποστόλου, όπως συνάγεται από τήν εναλλαγή τών δύο τίτλων (προφήτης-απόστολος) γιά τά ίδια πρόσωπα στή Διδαχή (μεταξύ τών ετών 70 καί 90 μ.Χ.). Πράγματι, ο τίτλος «προφήτης» στήν παύλεια γραμματεία, όταν συνδέεται μέ συγκεκριμένα πρόσωπα, δηλώνει ηγετικά πρόσωπα τόσο στήν τοπική, όσο καί στήν οικουμενική προοπτική, όπως συνάγεται από τή σημαντική μαρτυρία τών Πράξεων γιά τήν τάξη τών Προφητών τής εκκλησίας τής Αντιοχείας, οι οποίοι, κατ' εντολήν τού αγίου Πνεύματος επέλεξαν τούς Βαρνάβα καί Παύλο γιά τήν πρώτη αποστολική περιοδεία στά έθνη: «Ήσαν δέ τινες εν Αντιοχεία κατά τήν ούσαν εκκλησίαν, προφήται καί διδάσκαλοι, ότε Βαρνάβας καί Συμεών, ο επικαλούμενος Νίγερ, καί Λούκιος ο Κυρηναίος, Μαναήν τε Ηρώδου τού τετράρχου σύντροφος καί Σαύλος. Λειτουργούντων δέ αυτών τώ Κυρίω (=σέ ευχαριστιακή σύναξη) καί νηστευόντων είπε τό Πνεύμα τό άγιον: αφορίσατε δή μοι τόν Βαρνάβαν καί τόν Σαύλον εις τό έργον ο προσκέκλημαι αυτούς. Τότε νηστεύσαντες καί προσευξάμενου καί επιθέντες αυτοίς τάς χείρας απέλυσαν...» (Πράξ. 13, 1-3).

Η εντυπωσιακή επιτυχία τής πρώτης αποστολικής περιοδείας τού αποστόλου Παύλου στά έθνη (47-48 μ.Χ.) ενέπνευσε τίς αποφάσεις τής Αποστολικής συνόδου (49 μ.Χ.), οι οποίες ενέκριναν τίς προτάσεις τού αποστόλου Παύλου καί τών Προφητών τής Αντιοχείας γιά τήν οικουμενική προοπτική τού Ευαγγελίου. Οι αποφάσεις τής συνόδου επιδόθηκαν στούς Παύλο καί Βαρνάβα, αλλά παραλλήλως επιλέχθηκαν καί δύο εξέχοντα μέλη τής τάξεως τών προφητών τής εκκλησίας Ιεροσολύμων γιά τήν αποστολή τών αποφάσεων στήν όλη Εκκλησία τής Αντιοχείας. «Τότε έδοξε τοίς αποστόλοις καί τοίς πρεσβυτέροις σύν όλη τή εκκλησία, εκλεξαμένους άνδρας εξ αυτών, πέμψαι εις Αντιόχειαν, σύν τώ Παύλω καί Βαρνάβα, Ιούδαν τόν επικαλούμενον Βαρσαβάν καί Σίλαν, άνδρας ηγουμένους εν τοίς αδελφοίς... Οι μέν ουν απολυθέντες ήλθον εις Αντιόχειαν καί, συναγαγόντες τό πλήθος, επέδωκαν τήν επιστολήν, αναγνόντες δέ εχάρησαν επί τή παρακλήσει. Ιούδας τε καί Σίλας, καί αυτοί προφήται όντες, διά λόγου πολλού παρεκάλεσαν τούς αδελφούς καί επεστήριξαν. Ποιήσαντες δέ χρόνον απελύθησαν μετ' ειρήνης από τών αδελφών πρός τούς αποστόλους...» (Πράξ. 15, 22, 30-32). Επομένως, η τάξη τών προφητών ήταν ήδη κατά τήν πρώιμη αποστολική εποχή τόσο στά Ιεροσόλυμα, όσο καί στήν Αντιόχεια μία εξέχουσα τάξη, η οποία συμμετείχε κατ' εντολήν τών αποστόλων στό ευρύτερο αποστολικό έργο καί είχε τήν αυθεντία, όπως ο Ιούδας καί ο Σίλας, νά ανακοινώνουν στίς τοπικές εκκλησίες τίς αποστολικές αποφάσεις ή καί νά τίς υποστηρίξουν μέ τή διδασκαλία τους. Έτσι εξηγείται καί η ιεραρχημένη κατάταξη τών προφητών από τόν απόστολο Παύλο (Α΄ Κορ. 12, 28-31 Εφ., 4, 10-12) αμέσως μετά τούς αποστόλους.

Πράγματι, ο τίτλος τού «προφήτη», όπως καί η τάξη τών προφητών, είχε καθιερωθή στήν αποστολική εποχή καί συνδεόταν μέ τούς εξέχοντες συνεργούς τών αποστόλων στό αποστολικό έργο, γι' αυτό καί, μετά από μακρά δοκιμασία, ελάμβαναν μέ αποστολική χειροτονία τήν αυθεντία νά ασκούν καί αυτοτελώς αποστολικό έργο. Ωστόσο, ο τίτλος «προφήτης», καίτοι προέρχεται από τόν παλαιοδιαθηκικό τίτλο, διαφοροποιείται πλήρως στήν καινοδιαθηκική γραμματεία, ιδιαίτερα δέ στίς επιστολές τού αποστόλου Παύλου, τόσο ως πρός τήν έννοια, όσο καί ως πρός τό περιεχόμενο. Πράγματι, στήν Καινή Διαθήκη ο τίτλος καθιερώθηκε γιά τή σαφή διάκριση τής τάξεως τών προφητών από τήν τάξη τών αποστόλων όχι μόνο κατά τήν αυθεντία, αλλά καί κατά τόν τρόπο εντάξεώς τους στό αποστολικό έργο. Έτσι, οι μέν απόστολοι αντλούσαν τό εξαιρετικό τους κύρος στήν Εκκλησία από τήν προσωπική τους εκλογή καί τήν άμεση εντολή πρός αυτούς από τόν Ιησού Χριστό, ενώ οι προφήτες όφειλαν τήν εξέχουσα θέση τους στήν προσωπική τους επιλογή από τούς αποστόλους καθ' υπόδειξη τού αγίου Πνεύματος. Η διάκριση αυτή ήταν πολύ σημαντική κατά τήν αποστολική εποχή, όπως φαίνεται καί από τήν αποδιδόμενη έμφαση στίς περιγραφές τής κλήσεως τού αποστόλου Παύλου μέ τό όραμα τής Δαμασκού (Πράξ. 9, 1-30. Α΄ Κορ. 9, 1-7. 15,8-11. Α΄ Τιμ. 1, 12-17 κ.λπ.). Έτσι, μόνον οι απόστολοι είχαν λάβει άμεση εντολή καί προσωπική αυθεντία αμέσως από τόν Ιησού Χριστό γιά τό έργο τού ευαγγελισμού τής οικουμένης, ενώ οι προφήτες ελάμβαναν τήνεντολή αυτή από τό άγιο Πνεύμα κατά τήν αποστολική χειροτονία καί τήν ασκούσαν κατ' αναφοράν πρός τούς αποστόλους, τουλάχιστον μέχρι τόν θάνατο τών αποστόλων. Η διάκριση δηλαδή τού τίτλου τών αποστόλων από τόν τίτλο τών προφητών αναφερόταν κυρίως στήν εκλογή τών μέν πρώτων από τόν ίδιο τόν Ιησού Χριστό, τών δέ προφητών από τό άγιο Πνεύμα καί τήν αποστολική χειροτονία γιά τό ίδιο αποστολικό έργο, αλλά από διαφορετικό επίπεδο αυθεντίας.

Είναι λοιπόν ευνόητον ότι οι μαθηταί καί συνεργοί τών αποστόλων, οι οποίοι εντάχθηκαν «διά προφητείας» τού αγίου Πνεύματος καί τής αποστολικής χειροτονίας στήν εξέχουσα τάξη τών προφητών, ανέλαβαν μετά τόν θάνατο τών αποστόλων τήν αυτοτελή ευθύνη τής συνεχίσεως τού αποστολικού έργου, γι' αυτό καί δέν θεωρούσαν αυθαίρετη ή καταχρηστική τήν εναλλαγή τών τίτλων «απόστολος» καί «προφήτης», όπως συνάγεται από τήν εναλλακτική χρήση τών δύο τίτλων γιά τά ίδια πρόσωπα στή Διδαχή. Βεβαίως, τό προνόμιο αυτό απέκτησαν κυρίως διά τής αποστολικής χειροτονίας, η οποία τούς καθιστούσε διαδόχους τών αποστόλων στήν αποστολική λειτουργία τής επισκοπής. Υπό τό πνεύμα αυτό πρέπει νά κατανοηθή καί η παραγγελία τού αποστόλου Παύλου πρός τόν Τιμόθεο νά τηρήση «τήν εντολήν άσπιλον, ανεπίληπτον μέχρι τής επιφανείας τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Α΄ Τιμ., 6, 14), η οποία ίσχυε γιά όλους τούς χειροτονημένους συνεργούς του. Ωστόσο, η χειροτονία τών μαθητών τών αποστόλων στήν τάξη τών προφητών δέν αναφερόταν σέ κάποια συγκεκριμένη τοπική εκκλησία, αφού ως διάδοχοι καί συνεχιστές τού έργου τών αποστόλων όφειλαν νά ακολουθήσουν τό υπόδειγμα ή καί τίς εντολές τους. Πράγματι, όπως ο Τιμόθεος, καίτοι άσκησε αποστολικό έργο σέ πολλές περιοχές, κατά τήν εντολή τού αποστόλου Παύλου, εν τούτοις δέν συνδέθηκε μόνιμα μέ μία συγκεκριμένη τοπική εκκλησία, έτσι καί οι λοιποί συνεργοί τών αποστόλων άσκησαν τό αποστολικό τους έργο σέ ευρύτερες περιφέρειες, οι οποίες προφανώς τούς είχαν υποδειχθεί από τούς αποστόλους. Ενώ λοιπόν ήσαν καθολικοί διάδοχοι τών αποστόλων στήν αποστολική λειτουργία τής επισκοπής, εν τούτοις συνέδεσαν τό αποστολικό τους έργο μέ συγκεκριμένη περιφέρεια, όπως συνάφεια από τίς σχετικές μαρτυρίες καί τήν εκκλησιαστική συνείδηση τής μεταποστολικής εποχής.

5. Αποστολική διαδοχή καί τοπική εκκλησία

Στά πλαίσια αυτά κατανοείται τό γεγονός ότι οι «προφήτες» τής Διδαχής ασκούσαν τό αποστολικό τους έργο ως περιοδευτές σέ μία ευρύτερη περιφέρεια, η οποία τούς είχε προφανώς υποδειχθεί από τούς αποστόλους ή συγκέντρωνε γιά διάφορους λόγους τό προσωπικό τους ενδιαφέρον. Μπορούσαν όμως νά εγκατασταθούν καί σέ μία τοπική Εκκλησία, η οποία λειτουργούσε πλέον ως κέντρο τού αποστολικού τους έργου στήν ευρύτερη περιφέρεια είτε λόγω γήρατος ή καί γιά λόγους υγείας. Βεβαίως, καί στίς δύο περιπτώσεις ήταν προφανής η υπερέχουσα αυθεντία τους έναντι τού τοπικού ιερατείου (επισκόπων καί διακόνων), όσο καί η εξέχουσα θέση τους στή ζωή τής Εκκλησίας, αφού ως περιοδευτές μπορούσαν νά τελούν τή θεία Ευχαριστία σέ όποια τοπική εκκλησία επισκέπτοντο (Διδαχή, 10, 7: «τοίς δέ προφήτης επιτρέπετε ευχαριστείν όσα θέλουσιν») ενώ, αν εγκαθίσταντο σέ κάποια από αυτές, καθίσταντο «οι αρχιερείς» αυτής («αυτοί γάρ εισίν οι αρχιερείς υμών») καί είχαν τό δικαίωμα νά λαμβάνουν τή «δεκάτη» τών αγαθών γιά τή συντήρησή τους («πας προφήτης αληθινός, θέλων καθήσθαι πρός υμάς, άξιός εστι τής τροφής αυτού... Πάσαν ουν απαρχήν... τοίς προφήταις, αυτού γάρ εισιν οι αρχιερείς υμών, εάν δέ μή έχητε προφήτην, δότε τοίς πτωχοίς...»). Είναι λοιπόν ευνόητο ότι η εγκατάσταση ενός «προφήτη» σέ κάποια από τίς τοπικές εκκλησίες τής αποστολικής του ευθύνης συνέδεε τήν αποστολική αυθεντία τών «προφητών» μέ μία συγκεκριμένη τοπική εκκλησία, στήν οποία υπήρχε ήδη ένα τοπικό ιερατείο (επίσκοποι καί διάκονοι), γι' αυτό καί η μόνιμη εγκατάσταση τών προφητών σέ τοπικές εκκλησίες μπορούσε νά προκαλέση ποικίλες αντιδράσεις.

Πράγματι, οι αντιδράσεις όπως συνάγεται από τή Διδαχή, μπορούσαν νά στρέφονται εναντίον τής μόνιμης εγκαταστάσεως τού προφήτη στήν τοπική εκκλησία ή καί εναντίον τού τοπικού ιερατείου γιά τήν αμφισβήτηση τής αναγκαιότητάς του μετά τήν εγκατάσταση τού προφήτη. Υπό τήν έννοια αυτή, ο συντάκτης τής Διδαχής προτρέπει μέ μεγάλη έμφαση τίς τοπικές εκκλησίες όχι μόνο νά δεχθούν μέ ιδιαίτερες τιμές τήν εγκατάσταση σέ αυτές κάποιου προφήτη, αλλά καί νά μήν υποτιμήσουν τό τοπικό ιερατείο λόγω τής υπερέχουσας αυθεντίας τού προφήτη: «Χειροτονήσατε ουν ευατοίς επισκόπους και διακόνους αξίους του Κυρίου, άνδρας πραείς και αφιλαργύρους και αληθείς και δεδοκιμασμένους. Υμών γάρ λειτουργούσι και αυτοί την λειτουργίαν των προφητών καί διδασκάλων. Μη ουν υπερίδητε αυτούς, αυτοί γάρ εισίν οι τετιμημένοι υμών μετά των προφητών καί διδασκάλων...» (Διδαχή, 15, 1-2). Είναι προφανές ότι ο συντάκτης τής Διδαχής είχε προσωπική γνώση τών συνήθων παρενεργειών στήν τοπική εκκλησία από τήν εγκατάσταση σέ αυτή ενός προφήτη, αφού η εξέχουσα αυθεντία του θά υποβάθμιζε τόν ρόλο τού τοπικού ιερατείου, γι' αυτό επιμένει μέ έμφαση στήν παραπληρωματική σχέση τής «λειτουργίας» τού τοπικού ιερατείου πρός τή «λειτουργία» τών προφητών. Υπό τήν έννοια αυτή, οι ειδήσεις τής Διδαχής αποτελούν συστηματική ανάπτυξη τών αποσπασματικών μαρτυριών τών παυλείων επιστολών γιά τήν ειδικότερη σχέση τών προφητών πρός τήν αποστολική διαδοχή καί επιβεβαιώνονται από τίς σχετικές μαρτυρίες τής περίφημης επιστολής τού Κλήμη Ρώμης πρός τήν εκκλησίαν τής Κορίνθου (95 μ.Χ.).

Η μόνιμη λοιπόν εγκατάσταση προφήτη σέ κάποια τοπική εκκλησία δέν ήταν αδιάφορη γιά τό τοπικό ιερατείο, τό οποίο εκαλείτο νά αναδιαρθρώση σέ νέες πλέον βάσεις τήν παρουσία καί τήν λειτουργία του στήν τοπική εκκλησία. Η κατηγορηματική δήλωση τού συντάκτη τής Διδαχής ότι οι προφήτες «εισίν οι αρχιερείς υμών» προσλαμβάνει κατά τήν εφαρμογή της στήν τοπική εκκλησία καθοριστική σημασία γιά τήν ταυτότητα καί γιά τή δομή τού τοπικού ιερατείου. Η «σύγκρασις» τής υπερέχουσας καί υπερτοπικής αυθεντίας τού χειροτονημένου περιοδευτή προφήτη μέ τό τοπικό ιερατείο ήταν δυνατή μόνο μέ τήν ιεράρχηση τής συμμετοχής τους στήν αποστολική λειτουργία τής «επισκοπής» σέ κάθε τοπική εκκλησία.

Η μόνιμη σύνδεση τού προφήτη πρός κάποια τοπική εκκλησία συνεπαγόταν βεβαίως καί τήν άσκηση από αυτόν τής εποπτείας επί τού καθ' όλου λατρευτικού καί πνευματικού της βίου, εφ' όσον αυτός ήταν πλέον «ο αρχιερεύς» τής τοπικής εκκλησίας, αυτός ασκούσε δηλαδή τό έργο τής επισκοπής. Βεβαίως, η προσαρμογή δέν ήταν αναγκαία αμέσως γιά όλες τίς άλλες τοπικές εκκλησίες τής περιοχής ευθύνης τού προφήτη, αφού εκείνος μπορούσε νά μεριμνά από μακράν γι' αυτές. Οπωσδήποτε όμως ανέκυψε πρόβλημα, όταν ο προφήτης χειροτόνησε διαδόχους τής αποστολικής του αυθεντίας στίς κατά τόπους εκκλησίες τής περιοχής ευθύνης του. Οι χειροτονούμενοι από τούς προφήτες στίς κατά τόπους εκκλησίες κατείχαν πλέον σέ αυτές τήν αυθεντία τών προφητών καί ασκούσαν τό έργο τής «επισκοπής». Οι σοβαρές αυτές ανακατατάξεις γιά τή μετάβαση από τήν οικουμενική αυθεντία τής αποστολικής εξουσίας στήν τοπική έκφρασή της διέρχονται σαφώς από τή μεταβατική υπερτοπική άσκηση τής αποστολικής αυθεντίας από τούς μαθητές καί συνεργάτες τών αποστόλων, τούς προφήτες.

Υπό τήν έννοια αυτή, η κρίση τής εκκλησίας τής Κορίνθου κατέστησε αναγκαία τήν υπεράσπιση τής μονιμότητος όλων τών λειτουργημάτων, τά οποία καθιερώθηκαν από τούς αποστόλους. Έτσι, η πρώτη μαρτυρία γιά τήν αποστολική διαδοχή προέρχεται από τόν συνεργό τού αποστόλου Παύλου Κλήμη Ρώμης, ο οποίος στήν περίφημη επιστολή του πρός τήν εκκλησία τής Κορίνθου (95 μ.Χ.), παρουσιάζει μέ εντυπωσιακή πληρότητα τόσο τήν ανάπτυξη τών λειτουργημάτων, όσο καί τόν τρόπο τής διαδοχής τών αποστόλων. Είναι ευνόητο ότι η μαρτυρία αυτή, αν ερμηνευθή ορθώς, αποδίδει σαφώς καί κατά τρόπο αυθεντικό τό πνεύμα τού αποστόλου Παύλου καί τών άλλων αποστόλων γιά τή συνέχεια τής αποστολικής λειτουργίας τής επισκοπής στή ζωή τής Εκκλησίας: «Οι απόστολοι ημίν ευαγγελίσθησαν από τού Κυρίου Ιησού Χριστού, Ιησούς Χριστός από τού Θεού εξεπέμφθη. Ο Χριστός ουν από τού Θεού καί οι απόστολοι από τού Χριστού. Εγένετο ουν αμφότερα ευτάκτως εκ θελήματος Θεού. Παραγγελίας ουν λαβόντες καί πληροφορηθέντες διά τής αναστάσεως τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού καί πιστωθέντες εν τώ λόγω τού Θεού μετά πληροφορίας Πνεύματος αγίου, εξήλθον ευαγγελιζόμενοι τήν Βασιλείαν τού Θεού μέλλειν έρχεσθαι. Κατά χώρας ουν καί πόλεις κηρύσσοντες καί τούς υπακούοντας τή βουλήσει τού Θεού βαπτίζοντες, καθίστανον τάς απαρχάς αυτών, δοκιμάσαντες τώ Πνεύματι, εις επισκόπους καί διακόνους τών μελλόντων πιστεύειν... Καί οι απόστολοι ημών έγνωσαν διά τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ότι έρις έσται επί τού ονόματος τής επισκοπής. Διά ταύτην ουν τήν αιτίαν, πρόγνωσιν ειληφότες τελείαν, κατέστησαν τούς προειρημένους. Καί μεταξύ επινομήν έδωκαν, όπως εάν κοιμηθώσι, διαδέξωνται έτεροι δεδοκιμασμένοι άνδρες τήν λειτουργίαν αυτών. Τούς ουν κατασταθέντας υπ' εκείνων, ή μεταξύ υφ' ετέρων ελλογίμων ανδρών, συνευδοκησάσης τής εκκλησίας πάσης, καί λειτουργησάντων αμπέμπτως τώ ποιμνίω τού Χριστού μετά ταπεινοφροσύνης, ησύχως καί αβαναύσως, μεμαρτυρημένους τε πολλοίς χρόνους υπό πάντων, τούτους ου δικαίως νομίζομεν αποβάλλεσθαι τής λειτουργίας. Αμαρτία γάρ ου μικρά ημίν έσται, εάν τούς αμέμπτους καί οσίως προσενεγκόντας τά δώρα τής επισκοπής αποβάλλωμεν...» (Α΄ Κλήμεντος, 42-44).

Είναι προφανές ότι ο μαθητής καί συνεργός τού αποστόλου Παύλου αναφέρεται αφ' ενός μέν στήν οργάνωση τών τοπικών εκκλησιών κατά τήν αποστολική εποχή μέ τήν παύλεια ορολογία (επίσκοποι-διάκονοι), αφ' ετέρου δέ στή διαδοχή τών αποστόλων από «δεδοκιμασμένους» καί «ελλογίμους άνδρας», οι οποίοι, όπως καί οι απόστολοι, είχαν τήν εξουσία νά χειροτονούν («καθιστάνειν») τό τοπικό ιερατείο (επισκόπους-διακόνους) κατά τήν πρώιμη μεταποστολική εποχή (70-95 μ.Χ.). Πράγματι, κατά τόν Κλήμη Ρώμης, κοινό χαρακτηριστικό τών αποστόλων καί τών διαδόχων τους ήταν η εξουσία νά επιλέγουν καί νά χειροτονούν τό τοπικό ιερατείο, όπως επίσης καί τούς διαδόχους τής αυθεντίας τους στήν «αποστολική λειτουργία τής επισκοπής». Αντιθέτως, τό τοπικό ιερατείο (επίσκοποι-διάκονοι), καίτοι μετείχε στήν «αποστολική λειτουργία τής επισκοπής» μετά τή χειροτονία από τούς αποστόλους ή τούς διαδόχους τους, εν τούτοις δέν είχε λάβει τήν εξουσία νά χειροτονή. Υπό τήν έννοια αυτή, η ορθή ερμηνεία τής κρίσιμης φράσεως γιά τό ζήτημα τής σχέσεως χειροτονίας καί αποστολικής διαδοχής καθιστά αναγκαία τή μετατροπή τού πλαγίου σέ ευθύ λόγο, ήτοι: «Καί οι απόστολοι ημών έγνωσαν διά τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ότι έρις έσται επί τού ονόματος τής επισκοπής. Διά ταύτην ουν τήν αιτίαν, πρόγνωσιν ειληφότες τελείαν, κατέστησαν τούς προειρημένους (επισκόπους-διακόνους). Καί μεταξύ επινομήν έδωκαν (=οι απόστολοι) όπως εάν κοιμηθώσι (=οι απόστολοι) διαδέξωνται έτεροι δεδοκιμασμένοι άνδρες (=μαθητού τών αποστόλων), τήν λειτουργίαν αυτών (=τών αποστόλων). Τούς ουν κατασταθέντας (=επισκόπους-διακόνους) υπ' εκείνων (=αποστόλων) ή μεταξύ υφ' ετέρων ελλογίμων ανδρών (=χειροτονημένων προφητών), συνευδοκησάσης τής εκκλησίας πάσης,... τούτους ου δικαίως νομίζομεν αποβάλλεσθαι τής λειτουργίας. Αμαρτία γάρ ου μικρά ημίν έσται, εάν τούς αμέμπτους καί οσίως προσενεγκόντας τά δώρα τής επισκοπής αποβάλωμεν» (εκτενή καί λεπτομερή θεμελίωση τής ανωτέρω ερμηνείας βλέπε: Β.Ι. Φειδά, τό πολίτευμα τής Εκκλησίας καί η τάξις τών προφητών, Αθήναι 1984 σελ. τού ιδίου, Εκκλ. Ιστορία, τ.Α', Αθήναι 1989, 80 κ.εξ.).

Συνεπώς, οι μαρτυρίες τών επιστολών τού αποστόλου Παύλου γιά τήν τάξη τών προφητών καί τή χειροτονία τών συνεργών του στήν αποστολική λειτουργία τής επισκοπής επιβεβαιώνονται από τήν κοινή εκκλησιαστική συνείδηση τής πρώιμης μεταποστολικής εποχής (70-100 μ.Χ.), όπως αυτή εκφράζεται μέ κατηγορηματικό τρόπο στήν εξέχουσα αυθεντία τόσο τών εχόντων αποστολική χειροτονία προφητών τής Διδαχής, οι οποίοι ήσαν «οι αρχιερείς» γιά τίς τοπικές εκκλησίες μιάς ευρύτερης περιφέρειας μέχρι τήν εγκατάστασή τους σέ μία από αυτές, όσο καί τών «δεδοκιμασμένων» ή «ελλογίμων» τής Α΄ Κλήμεντος, οι οποίοι διαδέχθηκαν τούς αποστόλους στό αποστολικό έργο καί είχαν λάβει μέ αποστολική χειροτονία τήν εξέχουσα αυθεντία νά χειροτονούν, όπως οι απόστολοι, τό τοπικό ιερατείο (=επισκόπους καί διακόνους). Η συνέχεια λοιπόν τής αποστολικής λειτουργίας τής επισκοπής από τό τέλος τής αποστολικής εποχής μέχρι τό τέλος τού πρώτου αιώνα, ήτοι κατά τή σκοτεινή περίοδο τής πρώιμης μεταποστολικής εποχής, θά μπορούσε νά καθορισθή περίπου ως εξής:

α) Κατά τήν αποστολική περίοδο οι απόστολοι υπήρξαν οι καθολικοί επίσκοποι τής Εκκλησίας, στίς δέ κατά τόπους ιδρυόμενες εκκλησίες εγκαθιδρύετο ένα μόνιμο τοπικό ιερατείο (επίσκοποι ή πρεσβύτεροι διάκονοι), τό οποίο τελούσε πάντοτε υπό τήν εποπτεία τών αποστόλων.

β) Παράλληλα πρός τήν τάξη τών αποστόλων αναπτύχθηκε ήδη κατά τήν αποστολική εποχή η τάξη τών προφητών, η οποία στελεχώθηκε από τούς δοκιμότερους μαθητές καί συνεργάτες τών αποστόλων, άσκησε δέ αποστολικό έργο κατά μέν τήν αποστολική εποχή υπό τήν άμεση εποπτεία τών αποστόλων, μετά δέ τόν θάνατο τών αποστόλων αυτόνομη αποστολική εξουσία σέ μείζονα ή ελάσσονα διοικητική ή γεωγραφική περιφέρεια, οπωσδήποτε όμως σέ περισσότερες από μία τοπικές εκκλησίες.

γ) Η εγκατάσταση τών προφητών σέ κάποια τοπική εκκλησία καί η χειροτονία από αυτούς τών διαδόχων τής αυθεντίας τους στίς άλλες τοπικές εκκλησίες τής περιοχής ευθύνης τους οδήγησε περί τό τέλος τού πρώτου αιώνα στήν ολοκλήρωση τής διαμορφώσεως τού μονίμου ιερατείου κάθε τοπικής εκκλησίας, όπως επίσης καί στήν τάση καθιερώσεως τού όρου «επίσκοπος» γιά μόνους τούς διαδόχους τής αυθεντίας τών προφητών.

δ) Η κατ' αποστολική διαδοχή μετάβαση από τήν οικουμενική αυθεντία τών αποστόλων, διά τής υπερτοπικής εξουσίας τών προφητών, στήν τοπική λειτουργία τών επισκόπων κατανοείται ως φυσική μεταβίβαση εξουσιών στή συνέχεια τής αποστολικής λειτουργίας τής επισκοπής, προκάλεσε δέ ποικίλα προβλήματα μέχρι τήν τελική σύνδεση τών κατά διαδοχή φορέων τής αποστολικής εξουσίας μέ τό μόνιμο τοπικό ιερατείο καί μέ τή θεία ευχαριστία τής τοπικής εκκλησίας.

πηγη: www.apostoliki-diakonia.gr

Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 2009

ΛΟΓΙΑ ΑΘΩΝΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

1. Έλεγε ο παπα-Τύχων. Για να βρεις καλό πνευματικό πρέπει να κάνεις τρεις μέρες προσευχή και κατόπιν τι ο Θεός θα φωτίσει. Και στο δρόμο που θα πηγαίνεις να κάνεις προσευχή να τον φωτίσει ο Θεός να σου πει λόγους καλούς.

2. Έλεγε ακόμη. Πάντοτε να κάνεις ευχή πριν αρχίσεις κάθε εργασία. Να λες « Θεέ μου, δώσε μου δύναμη και φώτιση» και κατόπιν να αρχίσεις την δουλεία σου. Και στο τέλος «δόξα τον Θεό».

3. Έλεγε πάλι. Η κόλαση έχει γεμίσει από ανθρώπους παρθένους – υπερήφανους. Ταπεινό άνθρωπο θέλει ο Θεός.

4. Είπε γέρων. Κάποτε πήγε ένας μοναχός σ` ένα κελί που ήταν καθαρό, περιποιημένο, αρχοντικό επίσημο.
Είπε.
Όπως είναι η καρδιά του Γέροντα έτσι είναι και το κελί του. Πήγε σ` ένα άλλο που ήταν ακατάστατο,
Αραχνιασμένο κι άνω – κάτω.
Είπε.
Ο Γέροντας είναι καλός, ασχολείται συνέχεια με τα πνευματικά,
και δεν έχει καθόλου καιρό για τα υλικά.
Ήταν αγαθός ο μοναχός αυτός και τα έβλεπε όλα όμορφα.
Ότι είσαι αυτό βλέπεις, ότι ζητάς αυτό βρίσκεις.

5. Είπε γέρων….Θα ψάλουμε όλοι «Τη Υπερμάχω», θα κάνουμε την μεγάλη αγρυπνία, θα κοινωνήσουμε κι
Ας πεθάνουμε μετα .

6. Είπε γέρων. Ο Θεός ψάχνει εναγώνια να βρει μια στιγμούλα μεταμέλειας μέσα στους αιώνες για να μας πάρει. Ο κακά απομονωμένος άνθρωπος είναι ο πιο δυστυχής, το δείχνουν τα μάτια του το πρόσωπο του, οι αντιρρήσεις του, τα πάντα του. Χύνει αίμα συνεχώς. Αντίθετα ο καλά ευρισκόμενος εν μονώσει βρίσκεται στην τελειότητα.

7. Είπε άλλος γέρων. Είμαι σαν το κερί. Λιώνω εύκολα. Παγώνω εύκολα. Μην παίρνεις για φαΐ τα ξεροκόμματα των άλλων, δηλαδή τις αφέλειές τους. Να ταπεινώνεσαι μ` ότι σου δίνει ο Θεός.

ΑΒΒΑΚΟΥΜ Ο ΑΝΥΠΟΔΗΤΟΣ 1894-1978

Ο πατέρας Αββακούμ ήταν καλός εργάτης της προσευχής και της εγκράτειας.
Στο ασκηταριό του στην Βίγλα είχε σύντροφο του την εγκράτεια.
Λίγο βρασμένο ρυζάκι, και πολλάκις ανάλαδο, ήταν από τα πιο συνηθισμένα γεύματα.
Γέροντα, θέλει πλύσιμο του είπε κάποτε ένας αδελφός της Λαύρας, όταν τον είδε να ρίχνει το ρύζι στην κατσαρόλα, χωρίς να το πλύνει προηγουμένως.
Όλα άγια με την προσευχή, ήταν η απάντηση του π. Αββακούμ ο οποίος εφάρμοσε και σε αυτό
το σημείο τον λόγο της Γραφής.
«Παν κτίσμα Θεού καλόν και ουδέν απόβλητον μετά ευχαριστίας λαμβανόμενων, αγιάζεται γαρ δια λόγου Θεού και εντεύξεως».

Το κελλάκι του ήταν πτωχό και απέριττο, αλλά αυτός το ονόμαζε παλάτι.
Η σύντροφος κακοπάθεια του βίου του τον είχε κάνει να αρκείται στα ελάχιστα, και το πνεύμα της ευγνωμοσύνης τον δίδασκε να τα θεωρεί και αυτά πολλά και τον εαυτό του ανάξιο για τόσες ευλογίες.

Παντού κυκλοφορούσε ανυπόδητος, παρεκτός των περιπτώσεων που εισερχόταν στην εκκλησία ή πήγαινε στο Συνοδικό, όπου γινόντουσαν οι συνάξεις των Γερόντων.
Η πίστη του ήταν μεγάλη.
Τα πάντα εγκατέλειπε στην πρόνοια του Θεού, της κυρίας Θεοτόκου και του Αγίου Φανουρίου.
Φάρμακα δεν χρησιμοποίησε ποτέ του.
Όταν τελευταία πάτησε ένα καρφί και πρήσθηκε το πόδι του, και στην συνεχεία μαύρισε με συνεχή άνοδο του πρηξίματος στο γόνατο του αρνήθηκε να χρησιμοποίηση φάρμακα που του έδωσαν.
Έχουμε την παναγία έλεγε, αυτή μας υποσχέθηκε ότι είναι θα είναι η γιατρός μας.
Και πράγματι!
Ενώ το πρήξιμο είχε περάσει το γόνατο του, μετα από λίγο άρχισε να υποχωρεί για να εξαφανισθεί τελείως μετα από λίγες μέρες.

Ο γνωστός καθηγητής κ. Κ. Καβαρνός αναφέρει για τον γέροντα.
Ο Π. Αββακούμ είχε τέλεια εμπιστοσύνη στο Θεό.
Είχε τελείως παραδοθεί στην θεία Πρόνοια.
Οτιδήποτε επιχειρείς να κανείς μου είπε, πάντοτε να επικαλείσαι τον Θεό και λέγε.
Ας γίνει, αν είναι καλόν.
Πάτερ Αββακούμ ποια είναι η θέση σου απέναντι στην φιλοσοφία;
Αληθινοί φιλοσοφία παιδί μου, απάντησε βρίσκεται στα Ευαγγέλια στις επιστολές, του αποστόλου Παύλου και αλλαχού της Γραφής ως επίσης στα έργα των πατέρων και τους βίους των αγίων.
Αν και ήταν αγράμματος ο π. Αββακούμ, είχε εκπληκτική γνώση των Γραφών.
Μπορούσε να απαγγέλλει από την μνήμη του ταχέως και ακριβώς σελίδα σελίδα την Παλαιά και Καινή Διαθήκη.
Πως απέκτησες αυτή την ικανότητα ρώτησα τον π. Αββακούμ;
Είναι αποτέλεσμα καθημερινής σπουδής και αγνότητας, και πάνω από όλα Δώρο του άγιου Πνεύματος, απάντησε.

Πάτερ Αββακούμ πες μου είναι δυνατό για ένα που ζει στο κόσμο να πετύχει την αγιότητα;
Είναι πολύ δύσκολο απάντησε , αλλά όχι αδύνατον.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει ότι δεν είναι ο τόπος, αλλά ο τρόπος που κάνει αγίους.
Ο άγιος προέτρεπε τους ανθρώπους οι οποίοι ζουν στο κόσμο να πηγαίνουν στους πατέρες που ζουν στην έρημο και να εξομολογούνται σε αυτούς.
Ένα απόγευμα πάλι ενώ προσευχόταν στο κελλάκι του την Μονής, τον ειδοποίησαν ότι κάποιος επίσκοπος του πατριαρχείου θέλει να το δει στο Συνοδικό.
Αμέσως ετοιμάστηκε και με απλότητα παιδιού παρουσιάστηκε ενώπιον του υψηλού ξένου και των Γερόντων είπε
Ευλογείτε πατέρες ποιος με ζήτησε;
Εγώ π. Αββακούμ, είπε ο επίσκοπος. Θα ήθελα πολύ να μου εξηγήσεις τον μακαρισμό «μακάριοι οι πτωχοί το πνευματοι, ότι αυτών εστί η βασιλεία των ουρανών».
Σεβασμιότατε, υπάρχουν πολλές εξηγήσεις εγώ τώρα μια κρατώ του Μεγάλου Βασιλείου, όπου λέει, ότι τέτοιοι είναι ωσάν τον Απόστολο Παύλο ο οποίος έλεγε
« ως περικαθάρματα του κόσμου εγενήθημεν, πάντων περίψημα έως άρτι».
Γιατί ταπεινώνεται και ο αμαρτωλός, αλλά καπτόμενος υπό της αμαρτίας.
Βρε, και εμείς το λέμε ανάποδα, αναφώνησε ο επίσκοπος και τον αγκάλισε.

ΣΑΒΒΑΣ Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ 1821-1908

Μια σπουδαία Αγιορείτικη Μορφή είναι και ο παπα – Σάββας ο πνευματικός.
Μέγας ασκητής, ισάγγελος λειτουργός, ασύγκριτος εξομολόγος και καθοδηγητής ψυχών.
Αναρίθμητες ψυχές ταλαιπωρημένες σε χρόνους δύσκολους και ταραγμένους βρήκαν κοντά του το λιμάνι της σωτηρίας, τους δρόμους της ζωής το ύδωρ της αναπαύσεως.

Στους τόσους που εξομολογούσε ο παπα – Σάββας ήταν και ένας ρουμάνος διάκονος.
Νεαρός ακόμη ήρθε στον Αθω και ησύχαζε κάπου στην έρημο, όχι πολύ μακριά από την Μικρά Αγία Άννα.
Πνευματικέ μου, του λέει μια μέρα ο διάκονος αυτός περίλυπα, σε παρακαλώ μην ξεχάσεις να μνημονεύσεις αύριο στην λειτουργία την μητέρα μου που έχει τα τρίτα της.
Τα λόγια αυτά χτύπησαν στην ακοή του παπα – Σάββα σαν λόγια που πρόδιδαν θριάμβους του διαβόλου.
Ο Γέροντας ταράχτηκε. Εδώ σκέφτηκε κάποιο άσχημο φαγητό μαγείρεψε ο εχθρός.
Ο πανούργος! Με πόση τέχνη πλανεύει και σκοτίζει τα πλάσματα του Θεού.
Χωρίς να δείξει εξωτερικά την αγωνιά του, επιδόθηκε στην ανίχνευση του κακού.
Για πες μου παιδί μου καθαρότερα την υπόθεση.
Η μητέρα σου έχει αύριο τα τρίτα της.
Δηλαδή πέθανε προχτές. Πέθανε στην Ρουμανία.
Πώς εσύ σε δυο μέρες πληροφορήθηκες το θάνατο της;
Μεσολάβησε λίγη σιγή.
Πως; Πως το έμαθα; Άρχισε να λέει δειλά ο διάκονος. Να μου το είπε…..
Ποιος σου το είπε;
Μου το είπε ο φύλακας άγγελός μου.
Ο φύλακας άγγελος σου;
Έχεις δει τον άγγελό σου;
Αξιώθηκα να τον δω. Δεν είναι μια και δύο φορές.
Είναι τώρα δυο χρόνια.
Μου παρουσιάστηκε με συντροφεύει στην προσευχή.
Λέμε μαζί τους χαιρετισμούς κάνουμε μετάνοιες ανοίγουμε πνευματικές συζητήσεις……
Εκείνο τα «δύο χρόνια» πίκρανε πολύ τον παπα – Σάββα.
Δυο χρόνια πλάνης δεν είναι κάτι το ασήμαντο.
Να αφήνεις τον εχθρό να χτίζει μέσα σου ανενόχλητα επί δυο χρόνια το οικοδόμημα της καταστροφή σου, είναι θλιβερό.
Και γιατι παιδί μου, τόσο καιρό, δεν μου ανέφερες τίποτα;
Μου είπε ο άγγελος πως δεν είναι απαραίτητο.
Ο παπα – Σάββας καταλάβαινε πως έχει να δώσει μεγάλη μάχη.
Να πείσει πρώτα τον δυστυχή διάκονο ότι δεν πρόκειται για άγγελο.
Να ετοιμασθεί έπειτα να αντιμετωπίσει την οργή του δαίμονα. «κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον και σώσον ημάς», προσευχήθηκε με θέρμη
Παιδί μου είσαι βέβαιος πως είναι άγγελος του Θεού αυτός που εμφανίζεται;
βέβαιος! Βεβαιότητα Γεροντά μου!
Μα προσευχόμαστε μαζί, κάνουμε καθημερινώς χίλιες μετάνοιες.
Συζητούμε για την μέλλουσα ζωή, για τον παράδεισο.
Ο φύλακας άγγελος μου είναι.
Ο διάκονος φαινόταν αμετάπειστος.
Εκείνο όμως που του έκανε εφεκτικό ήταν η εμπιστοσύνη του, στον θεοφώτιστο Πνευματικό του.
Αλλά πάλι έλεγε πως μπορεί ο δαίμονας να με ενισχύσει στην προσευχή;
Αυτός πολεμάει τους προσευχόμενους.
Μετά από πολλά συμφώνησαν να καταφύγουν σε μερικές δοκιμασίες.
Να δοκιμάσουν τον «φύλακα άγγελο».
Ζήτησε του, του είπε ο παπα-Σάββας, μόλις ξανάρθει να πει το «Θεοτόκε Παρθένε».
Ακόμη πες του να κάνει το σημείο του Σταυρού.
Τα πράγματα όμως δεν ήταν τόσο απλά.
Όταν δυο ολόκληρα χρόνια σε έχει ο πονηρός τυλιγμένο στην πλάνη, τότε και τα μάτια σου και τα αυτιά σου τα πλανεύει και φαντάζεσαι πως ακούς το «Θεοτόκε Παρθένε» και πως τον βλέπεις να σταυροκοπιέται.
Στην επόμενη επίσκεψη ο διάκονος με κάποια κρυφή εσωτερική ικανοποίηση είπε στον Πνευματικό.
Γεροντά μου τα πράγματα έχουν όπως σου το έλεγα.
Είναι άγγελος Θεού. Είναι ο φύλακας άγγελός μου.
Και το «Θεοτόκε Παρθένε» το είπε και τον Σταυρό του τον έκανε.
Ο παπα-Σάββας το είχε αντιληφθεί.
Δύο ετών δουλεία από τον πολυμήχανο εχθρό δεν μπορούσε να αχρηστευθεί εύκολα.
Αν όμως αυτός ξέρει πολλές μηχανές, στους θεοφόρους λάμπει το φως της πανσοφίας του Θεού, που εξουδετερώνει τα τεχνάσματα του σκότους.
Κάποια φωτεινή ιδέα άστραψε τότε στον φωτόμορφο νου του Πνευματικού.
Και στρέφεται αμέσως προς τον διάκονο.
Άκουσε παιδί μου πρόσεξε σε μια τελευταία δοκιμασία.
Μ` αυτήν θα ξεκαθαρίσουν τα πράγματα.
Στους αγγέλους του θεού υπάρχει η δυνατότητα όλα να είναι γνωστά, γιατί τους τα αποκαλύπτει ο Θεός.
Στους δαίμονες αντιθέτως δεν υπάρχει παρόμοια δυνατότητα και πολλά πράγματα τους είναι σκοτεινά.
Συμφωνείς;
Συμφωνώ.
Αφού συμφωνείς, πρόσεξε τι θα κάνουμε.
Εγώ την στιγμή αυτή, ακριβώς την στιγμή αυτή κάτι θα σκεφτώ – σκέφτηκε κάτι σε βάρος του διαβόλου και το αφήνω κρυπτό και αψηλάφητο μέσα μου.
Εσύ το βράδυ θα ζητήσεις από τον άγγελο να σου το πει.
Αν το βρει τότε χωρίς αμφιβολία είναι του θεού.
Και να έρθεις να με ενημερώσεις.
Γυρίζοντας ο διάκονος στην καλύβι του, σάλευε μέσα του κάτι σαν αγωνία, σαν δυσάρεστη προαίσθηση.
Από την άλλη μεριά θαύμαζε την σπουδαία ιδέα του Πνευματικού.
Η υπόθεση θα περνούσε τώρα την κρίσιμη φάση της.
Μόλις ζητήθηκε την νύχτα από τον άγγελο η λύση του προβλήματος, κάποια δυσδιάκριτη ταραχή αυλάκωσε το φωτεινό πρόσωπο του.
Φάνηκε να σαστίζει.
Ο διάκονος που άρχιζε κάτι να υποψιάζεται επέμενε στο θέμα του.
Κάνω υπακουή στον Πνευματικό.
Να μου πεις τι σκέφτηκε.
Ο άγγελος με μερικούς ελιγμούς προσπάθησε να μεταφέρει αλλού την συζήτηση.
Ο διάκονος όμως με επιμονή τον επανέφερε στο θέμα.
Άλλωστε οι τεχνικές αυτές υπεκφυγές δεν του προξενούσαν καλή εντύπωση.
Να μου πεις τι σκέφτηκε ο Πνευματικός.
Το θέμα είναι απλό. Γιατι αποφεύγεις;
Το αγνοείς;
Πρόσεχε διάκο.
Με τον μικροπρεπή τρόπο που μου συμπεριφέρεσαι κινδυνεύεις να χάσεις την εύνοια μου.
Δεν ξέρω. Σου ζητώ κάτι εύκολο.
Γνωρίζεις ή όχι επιτέλους, τι σκέφτηκε ο Πνευματικός;
Την ώρα αυτή πετάχτηκε το λαμπερό προσωπείο, μια φρικτή μορφή αποκαλύφθηκε,
μερικά άγρια δόντια έτριξαν και σαν από στόμα λυσσασμένου θηρίου ακούστηκαν τα λόγια.
Να χαθείς άθλιε.
Αύριο τέτοια ώρα στην κόλαση, στην φωτιά!
Θα σε κάψουμε! Θα σε καταστρέψουμε!
Και ο διάκονος έμεινε μόνος του.
Μόνος του και σωστό ερείπιο.
Όλη η γλυκύτητα των οπτασιών, δυο χρόνια τώρα, δεν αντιστάθμισε την τωρινή του πικρία.
Αν δεν τον στήριζαν από μακριά οι προσευχές του Πνευματικού που ξαγρυπνούσε και παρακαλούσε γι`
αυτόν, θα είχε παραδώσει το πνεύμα του.
Πέρασαν αρκετές ώρες ώσπου να συνέλθει και να σταθεί στα ποδιά του.
Η Καλύβι του πια δεν τον χωρούσε.
Πουθενά δεν έβλεπε ασφάλεια παρά μόνο κοντά στον Πνευματικό.
Σε όλη του την διαδρομή βούίζε στ` αυτιά του η απειλή.
«αύριο τέτοια ώρα στην κόλαση» ο τρόμος τον διαπερνούσε μέχρι το μεδούλι.
Έφθασε, όπως έφθασε ως την καλύβι της Αναστάσεως.
Έπιασε το ράσο του Πνευματικού και δεν το άφηνε ούτε στιγμή.
Και την ώρα που έπρεπε εκείνος να κοιμηθεί λίγο, δίπλα του ο τρομοκρατημένος διάκονος.
Μη φοβάσαι παιδί μου ηρέμησε.
Πώς να μην φοβηθώ, Πνευματικέ μου, που πλησιάζει η ώρα.
Ω! πλησιάζει η ώρα που θα με πάρουν.
Τι κραυγές τρόμου και απελπισίας ήταν αυτές!
Σώσε με, Πνευματικέ μου!
Χάνομαι! Με παίρνουν!
Σώσε με!
Γονατίζει ο παπα-Σάββας και γεμάτος πόνο και δάκρυα δέεται στον Κύριο να λυπηθεί τον δούλο του και να επιτιμήσει τους πονηρούς δαίμονες.
Εισακούσθηκε η δέηση του και ο ταλαίπωρος διάκονος σώθηκε από το στόμα λέοντος.
Έτσι πήρε τέλος η τραγωδία.
Τραγωδία πολύ διδακτική.
Αλήθεια τι κίνδυνοι κρύβονται πίσω από τις οπτασίες και τα οράματα τι μπορεί να χτίσει ο εχθρός, όταν δεν ξεδιπλώνονται πλήρως τον εσωτερικό του κόσμο στην εξομολόγηση!!
Τι αξίζει ένας έμπειρος Πνευματικός.
Αλλά και κάτι άλλο.
Με τον χρόνο και την καθοδήγηση του παπα-Σάββα ο Ρουμάνος διάκονος ηρέμησε.
Η πνευματική του ζωή πήρε καλή εξέλιξη.
Χειροτονήθηκε αργότερα και Ιερέας και διακρινόταν πάντα για την ευλάβεια του.
Ωστόσο εκείνα τα χρόνια της πλάνης του άφησαν κάποια δυσάρεστα ίχνη.
Ο διάβολος βλέπετε, είχε απόκτηση απάνω του δικαιώματα.
Δωρεάν θα του πρόσφερε τόσο απολαυστικά οράματα;
Έτσι, αν και από μικρός πήγαινε στο Αγιον όρος, αν και αναπτύχθηκε σε ένα αγγελικό, θα λέγαμε περιβάλλον
παρ` όλα αυτά σ` όλη κατόπιν ζωή του εταλαιπωρείτο με διάφορους
ενοχλητικούς πειρασμούς.
Όλοι οι διακριτικοί πατέρες διέβλεπαν σ` αυτόν το κατάλοιπο της διετούς εκείνης συνεργασίας με τον άγγελο που δεν ήταν άγγελος.

ΠΑΠΑ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΑΓΚΑΣΤΑΘΗΣ 1902 - 1975

Διηγείται ο πατέρας Δημήτριος .
Στις 30/12/1967, ημέρα Σάββατο και ώρα 3 μ.μ. πήγα στα Μετέωρα για να προσκυνήσω και ωφεληθώ πνευματικά.
Την Κυριακή λειτούργησα στην Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως και την Δευτέρα Στον Άγιο Στέφανο, νυχτερινή. Χαρά Θεού και ευλογία Κυρίου.
Αφού με την δύναμη του Θεού επέστρεψα στο χωριό μου, με ειδοποίησαν αμέσως να πάω να κοινωνήσω μια γρια Ζωή Αντωνίου Γκαγκαστάθη, που ήταν από καιρό κατάκοιτη, περίπου 85 ετών.
Πήγα λοιπόν και την κοινώνησα των Αχράντων Μυστηρίων, αμέσως φώναξε.
Με έκαψε η Κοινωνία, φωτιά έχω, δώστε μου νερό να πιω καίγομαι.
Με καίει μέσα. Στις λίγες ώρες που έζησε φώναζε συνεχεία η καημένη. Κατόπιν παρέδωσε το πνεύμα της.
«πυρ γαρ εστί τους αναξίους φλέγον».
Είπε πάλι.
Να έχετε αγάπη και ταπεινοφροσύνη και υπακουή.
Να σε φυλάξει ο Θεός και η Παναγιά από οικογενειακά.
Ο σατανάς στην οικογένεια είναι σαν έναν που πηγαίνει και βρίσκει το αμπέλι ξέφραγο θα μπει μέσα.
Το ίδιο είναι και στην οικογένεια.
Εάν την οικογένεια την βρει διαμοιρασμένη και λοιπά, ια μπει μέσα.
Εάν όμως έχουν αγάπη, τον Χριστό θα στέκεται μακριά.
Δεν μπορεί να μπει γιατι υπάρχει ο Χριστός. Ζει ο Χριστός λέει και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει..
Έχω μια ζωή στην εκκλησία.
Μ` αρέσει πώς να το πω.
Με πονάει θέλω όλος ο κόσμος να έρθει στην εκκλησία.
Είναι γλυκύς ο Χριστός, είναι πολύ γλυκύς.
Είπε πάλι.
Εάν η Ελλάδα δεν ρίξει βλέμμα προς τους πολύτεκνους και δεν νοιαστεί η πολιτεία για κάθε παιδί που γεννιέται, δεν πρόκειται να γίνει τίποτα.
Τρεις μέρες πριν την επιστράτευση έλεγε.
Το μπουμ πλησιάζει. Και μετα τρεις μέρες έγινε η επιστράτευση.
Ένα μπουμ θα σιμώσει τον κόσμο και θα έλθουν και πάλι στον Χριστό, την Εκκλησία.
Όταν ψέλνεις να καταλαβαίνεις και να νιώθεις το τι λες.
Όχι να επαίρεσαι ότι δήθεν ψέλνεις ωραία, ότι είσαι καλλίφωνος.
Να ζεις αυτά που λες.
Κάποτε εγώ έλεγα στη εκκλησία ένα τροπάριο του αποστόλου Πέτρου, σχετικά με την άρνηση του. Όταν σε έφτασα στην λέξεις «ο δε έκλαυσε πικρώς» τότε είδα την εικόνα του Πέτρου να κυλούν δάκρυα.
Ευχαριστήθηκε ο Άγιος.
Άλλοτε πήγα στην Αίγινα.
Περιοδεύσαμε όλα τα εκκλησάκια που υπήρχαν απέναντι από το μοναστήρι του αγίου Νεκταρίου.
Στο δρόμο ακούγαμε εγώ και ο συνοδοιπόρος μου ένα θρόισμα.
Στο τέλος μπήκαμε σε ένα Ναό που υπήρχε ο Εσταυρωμένος.
Ψάλλαμε και Εκει από το βάθος της ψυχής.
Ο Εσταυρωμένος ευχαριστήθηκε και μας πλήρωσε με ευωδιά.
Το απολυτίκιο που λέμε είναι σαν να λέμε καλημέρα στον άγιο και εκείνος μας απαντά.

ΠΕΡΙ ΠΟΝΗΡΟΥ ΕΧΘΡΟΥ (ΠΑΠΑ ΔΗΜΗΤΡΗΣ )

Διηγείται ο πατέρας Δημήτριος.
Ο εχθρός μας ο διάβολος πάντοτε μας πολεμά. Πιο πολύ όταν δεν του κάνουμε τα χατίρια
Τότε από την κακία του βρίσκει χίλιους τρόπους να μας πειράξει.
Μια φορά γύριζα το βράδυ στο σπίτι, με χιόνι. Μου παρουσιάστηκε σαν χοίρος.
Διαλύθηκε όμως σαν καπνός, μόλις έκανα το σημείο του Σταυρού.
8. Κάποτε πάλι όταν λειτουργούσα , ακούω έξω να θορυβούν. Βγαίνω και βλέπω ότι χτίζανε πολυκατοικία Άλλος είχε μυστρί, άλλος φτυάρι. Κ.λ.π. τους σταύρωσα και εξαφανίστηκαν τα πάντα.
9. Ενα απόγευμα περνούσα από την πλατεία του χωριού και πήγαινα στο σπίτι μου. Βλέπω στο καφενείο πολλούς άνδρες, άλλοι πίνανε κρασί, άλλοι χαρτοπαίζανε. Οι σατανάδες ήταν γύρω – γύρω πάνω στα κεφάλια τους, σε έναν μάλιστα ήταν σαν αρκούδα.
10. Μια μέρα γύριζα από το χωράφι και περνώντας έξω από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου βλέπω ένα σατανά ξαπλωμένο. Τον ρωτώ, τι κανείς εδώ;
Και μου απαντά. .Εγώ κάθομαι εδώ για να μην αφήνω κανένα να κάνει τον σταυρό του.
11. Μια φορά ήταν καλοκαίρι, με καλέσανε στο χωριό Κούρσοβο να κηδεύσω κάποιον.
Όταν γύρισα στο χωριό μου στο δρόμο οι σατανάδες με πετροβολούσαν.
Θέλανε να με σκοτώσουν. Άρχισα να λέγω τους Χαιρετισμούς και διαλύθηκαν σαν καπνός.
12. Κάποτε διηγήθηκε το εξής περιστατικό.
Κάποτε ένας ασκητής προσευχόταν στο Θεό να του φανερώσει με ποιους ανθρώπους κάνει καλύτερα την δουλειά του ο πονηρός, και ποιοι τιμωρούνται περισσότερο.
Μόλις τέλειωσε ο ασκητής την προσευχή του παρουσιάσθηκε ο σατανάς.
Τότε ο ασκητής τον ρωτά αυτό που ήθελε να του φανερώσει ο Θεός.
«Εγώ κάνω καλύτερα την δουλειά μου με τις γυναίκες.
Αυτές είναι πιο καλόπιστες στα θελήματα μου και αυτές τιμωρούνται περισσότερο».
Ο ασκητής δεν πείστηκε και πολύ.
Τότε του λέει. Θα σου το αποδείξω και σε δυο τρις μέρες θα πιστέψεις.
13. Σε ένα χωριό πιο πάνω από την Βάνια ζούσε ένα αντρόγυνο ευσεβές, πήγαινε στην εκκλησία τακτικά, κοινωνούσε νήστευε και προσευχόταν. Εκείνος το φθόνησε, και μηχανεύτηκε το εξής. Παίρνει μορφή γυναίκας και πηγαίνει σε μια άλλη γυναίκα και της λέει. Εγώ είμαι η Γεωργία από το τάδε χωριό.
Ήλθα να σε δω.
Μετα από συζήτηση της λέει.
Θέλω να με βοηθήσεις σε κάτι, και θα σου δώσω ένα κασελάκι λίρες.
Εκείνη προθυμοποιήθηκε, όποτε συνεχίζει, εάν κατορθώσεις να βάλεις το τάδε αντρόγυνο να μαλώσει τότε θα πάρεις τις λίρες.
Εγώ φεύγω και θα περάσω σε δυο μέρες να δω τι έκανες.
Εκείνη πήγε στο σπίτι αυτό το ευσεβές.
Εκει είχανε ένα σοφατζή και έκανε το σπίτι.
Αυτή πήγε και έβαλε τα χέρια της στον ασβέστη.
Μετα χτύπησε την πόρτα και της άνοιξε η σύζυγος ονόματι Μαρία. Εκείνη την χαιρέτισε και την χάϊδευσε στο πρόσωπο, λέγοντα της τι όμορφη που είναι και πόσο πάχυνε.
Κάθισε λίγο και έφυγε.
Πήγε αμέσως και συνάντησε τον άνδρα της και του λέει.
Πήγα σπίτι σου και βρήκα την γυναίκα σου με τον σοφατζή να παίζουν και να ασχημονούν.
Εκείνος δεν την πίστεψε.
Εκείνη όμως τη απάντησε.
Πήγαινε και δε τα αποτυπώματα στο πρόσωπο της γυναίκα σου.
Αυτός έτρεξε αμέσως στο σπίτι του.
Μόλις είδε την γυναίκα με τα αποτυπώματα, άρχισε να την χτυπά.
Εκείνη του έλεγε ότι είναι αθώα, ότι δεν συνέβηκε τίποτα.
Αυτός όμως δε πίστεψε και εξακολούθησε να την κτυπά αγρίως έως ότου η Μαρία πέθανε.
Τότε πήγε ο σατανάς στην γυναίκα αυτήν και της λέει.
Ήλθα να σε ευχαριστήσω.
Εκείνη ζήτησε τις λίρες.
Της απαντά χαζή είσαι;
Που να τις βρω εγώ τις λίρες;
Εγώ χάλασα το δικό μου το κονάκι και το δικό σου θα φτιάξω;
Εγώ είμαι ο σατανάς και εξαφανίστηκε.
Ήλθε σ μένα και μου λέει.
Πείστηκες τώρα;
Πάει παιδί μου, σκοτώσανε τσάμπα και φερεσέ την Μαρία.
14. Μην φοβάστε παιδί μου τον σατανά. Δεν έχει τόση δύναμη.
Είναι πολύ αδύνατος.
Σκόνη είναι και δυσωδία. Αυτός δουλεύει για εμάς.
Όταν έρχεται να σε πειράξει μα μην στεναχωριέσαι.
Ο θεός τον στέλνει για να στεφανωθείς εσύ.
Αυτός πλανά τους ανθρώπους, προπάντων τους εγωιστές και τους υπερήφανους,
φοβάται την καθαρή εξομολόγηση, την ταπείνωση την αγάπη.
Εκει μόνο δεν χωράει να μπει.

ΔΙΑΦΟΡΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟ

15. Έλεγε ότι είχε φοβερά ντοκουμέντα που τα είχε φανερώσει η δυνάμεις του Θεού.
Εκ της Αγίας Τραπέζης των αγίων Ταξιαρχών έβγαινε μύρος, ευωδιά.
Ιδίως κατά την μεταφορά των Αχράντων Μυστηρίων από την προσκομιδή στην Αγία Τράπεζα.
Τον τελευταίον καιρό, που πλησίαζε προς το τέλος του, οι εικόνες των Ταξιαρχών και της Παναγίας ευωδίαζαν και αυτές.
16. Ένα βράδυ έκανε τους χαιρετισμούς της Παναγίας στους φίλους του Ταξιάρχες.
Ύστατο μπροστά στην Ωραία Πύλη βλέπων προς την εικόνα της Παναγίας του τέμπλου και έψαλλε. Συνήθιζε να ψάλει και το Θεοτόκε Παρθένε….
Κατά την στιγμή εκείνη παρουσιάστηκε μια γυναίκα, τον έπιασε από το χέρι και
τον γύρισε ακριβώς απέναντι από την Ωραία Πύλη, που βρίσκεται τοιχογραφημένη
η Κοίμηση της Θεοτόκου και εξαφανίσθηκε.
Ο Θεός όμως ήδη του είχε στείλει την πρόσκληση για το Ουράνιο Δείπνο που του ετοίμαζε.
17. Την 1ην Ιουνίου 1963 λειτούργησε στην ιερά μονή της Άγιας Τριάδος Μετεώρων. Κατά την ώρα του χερουβικού η Αγια Τράπεζα έβγαλε άρωμα, γιατι Εκει ήταν και ένα μικρό κουτάκι με λείψανα Αγίων.
Έβγαινε ως ένας μικρός στύλος καπνού, που ευωδίαζε όλο το Ναό. Κατανυκτική Λειτουργία που δεν περιγράφεται.
Να η Θρησκεία μας φωνάζει ότι είναι ζωντανή.
18. Όλη την βδομάδα που εργαζόμουν το κεφάλι μου και το δεξί μου χέρι ευωδίαζε.
Την 7ην Ιουνίου Παρασκευή, εργαζόμουν όλη την μέρα στο κτήμα μου μακριά από τον κόσμο.
Όλη την μέρα έψαλλα διάφορα κατανυκτικά τροπάρια και προ παντός της Θεοτόκου.
Δεν αισθανόμουν ούτε κούραση, ούτε πεινά, ούτε και τον καύσωνα της μέρας, γιατι ήλθα Εκει που έπρεπε την κατάνυξη.
Εκάθησα λίγο να ξεκουραστώ Εκει και ακούω μια φωνή να λέγει.
«είσαι ευπρόσδεκτος όπως έλθεις στο Αγιον Όρος, στην μεγάλη μου εορτή.
Θα γράψεις στους Δανιηλαίους και αυτοί θα σε τακτοποιήσουν.
Τώρα σε περιμένω να έρθετε».
19. Ενθύμιο Θερμοκρασίας.
Την 23ην Αυγούστου ημέρα Σάββατο και 24ην Κυριακή, έκανε ζέστη μεγάλη
47 βαθμούς και κινδύνευε ο κόσμος να χαθεί. Λίβας δυνατός ξέρανε τα αμπέλια και σχεδόν τα λαχανικά μποστάνια και δεντροφυτείες. Τα χάλασε τα περισσότερα.
Μεγάλο κακό. Τα νερά λιγόστεψαν.
Αυτά έγινα παρά του Θεού προς γνώση και συμμόρφωση
20. Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας την 15 Αυγούστου 1959 παίρνοντας την εικόνα της Παναγίας, για να σηκώσουμε το ύψωμα άρχισε να σείεται το τέμπλο επί 30 λεπτά. Πρωτοφανές αυτό.
Συνέβη και το 1931 την ώρα που ο δάσκαλος Χρήστος Ντάσκος έψαλε το,
«Οτε η μετάστασις του αχράντου σου σώματος»,
δάκρυσε ο Πέτρος μέχρι που τελείωσε το ύψωμα και τα δάκρυα τα πήραμε με το βαμβάκι.
Την 18ην Αυγούστου 1959 ενώ λειτουργούσα στους Ταξιάρχες περί την 4ην της νυκτός, μόλις πλησίασα την Ωραία Πύλη, βλέπω στο αριστερό μέρος και ακολουθούσε ένα εύμορφο παιδάκι μικρής ηλικίας και χάθηκε σαν σκιά, και κρότος ακούστηκε πάνω από την κανδήλα της Παναγίας και άρχισε να σείεται μέχρι το τέλος της Λειτουργίας.
21. Και την 26 Σεπτεμβρίου ώρα 4ην την νύχτας που λειτουργούσα στους Ταξιάρχες είδα κατά την ώρα της δοξολογίας να στέκεται το ίδιο παιδάκι μπροστά στην προσκομιδή και χάθηκε σαν καπνός.

Ο ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ

22. Είπε ο Γέροντας. Ένας άνθρωπος ρώτησε. Εφ` όσο ο πατήρ Ιάκωβος αγαπά το Θεό και τους Αγίους και τον Όσιο Δαβίδ και πιστεύει στα Ιερά Λείψανα και στις Εικόνες και στο Θεό, γιατι ο Θεός επέτρεψε και πήγε στο Νοσοκομείο και του έκανα σοβαρές εγχειρήσεις;
Επέτρεψε ο Θεός για να ταπεινωθώ.
23. Τον Άγιο Ιωάννη τον Pώσο, ο Γέροντας τακτικά τον επισκεπτόταν, κυρίως
πηγαίνοντας για την Αθήνα για τους γιατρούς που τον παρακολουθούσαν.
24. Κάποτε πήγα έλεγε Ο γεροντα και βλέπω τον άγιο ζωντανό μέσα στη λάρνακά του.
Του λέω. – Άγιε μου πως περνούσες στη Μικρά Ασία, τι αρετές είχες και αγίασες;
Ο Άγιος μου απάντησε.
Μέσα στη σπηλιά που ήταν στάβλος κοιμόμουνα και με τα άχυρα σκεπαζόμουνα τον χειμώνα για να μην κρυώνω.
Είχα και την ταπείνωση και την πίστη.
Σε λίγο μου λέει.
Περίμενε, πάτερ Ιάκωβε, γιατι ήρθαν τώρα δυο άνθρωποι και με παρακαλούν για ένα παιδί άρρωστο.
Περίμενε να πάω να βοηθήσω.
Ξαφνικά άδειασε η λάρνακα γιατι ο Άγιος έφυγε. Σε λίγη ώρα ξαναγύρισε,
δεν τον είδα πως γύρισε, αλλά τον είδα να τακτοποιείται μέσα στη λάρνακα του σαν ένας άνθρωπος.
25. Στις 15 Ιουλίου 1990, ημέρα Κυριακή, το πρωί, μόλις ο π. Ιάκωβος κατέβηκε από το κελλάκι του στο Ναό για την Θεία Λειτουργία περιέγραφε μέσα στο ιερό με πρόσωπο εκστατικό σε Πατέρες της Μονής του όσα ο Θείος Ιωάννης ο Ρώσος «πνευματικό τω τρόπω» του είχε πει την νύχτα που πέρασε – «ο Θεός οίδε» - εμπρός στην Ιερά Λάρνακα με το αδιαλώβητο σκήνος Του στο Ναό Του στο Προκόπι.
Νομίζουν πως κοιμάμαι, πεθαμένος, είμαι νεκρός και δεν υπολογίζουν οι Χριστιανοί. Εγώ όμως είμαι ζωντανός.
Τους πάντες βλέπω. Το σώμα μου είναι μέσα, αλλά εγώ εξέρχομαι πολλές φορές από την λάρνακα μου.
Τρέχω ανάμεσα στους ανθρώπους για να τους βοηθήσω.
Πολύς ο πόνος. Αυτοί δε με βλέπουν.
Εγώ τους βλέπω και τους ακούω τι λένε.
Και πάλι μπαίνω στη λάρνακα μου. Αλλά άκουσε Πάτερ μου να σου πω. Πολλή η αμαρτία στο κόσμο, πολλή η ασέβεια και πολλή η απιστία.
Γιατί τα λες αυτά Άγιε μου; Του απάντησα. Δε βλέπεις πόσος κόσμος έρχεται στη χάρη σου και σε προσκυνά;
Πολλή έρχονται, Πάτερ Ιάκωβε, αλλά λίγα είναι τα τέκνα μου, πρόσθεσε ο Όσιος και συνέχισε.
Για αυτό πρέπει να γίνει πόλεμος. Γιατι πολλή η αμαρτία στο κόσμο.
Όχι, Άγιε μου του είπα ταραγμένος.
Από μικρό παιδί όλο σε πολέμους και ταλαιπωρίες βρέθηκα. Στην Μικρά Ασία που γεννήθηκα αλλά και όταν ήλθαμε στην Ελλάδα. Ύστερα Άγιε μου αν γίνει έξαφνα ο πόλεμος θα χαθούν και ψυχές πριν προφτάσουν να μετανοήσουν.
Πρέπει να γίνει πόλεμος, πρέπει να γίνει πόλεμος, πρέπει να γίνει πόλεμος,
απάντησε λυπημένα με μια σταθερή φωνή ο Όσιος και συνέχισε ότι θα γίνουν ορισμένες πλημμύρες, πυρκαγιές και άλλες καταστροφές στην περιοχή της Εύβοιας κα κάπου άλλα δεινά.
Όλα όσα είπε ο Όσιος στον Γέροντα εκείνο το βράδυ πράγματι συνέβησαν και συμβαίνουν.
Την πρώτη Αυγούστου 1990 κηρύχτηκε πόλεμος στον περσικό κόλπο., ενώ λίγο αργότερα στην Εύβοια έγιναν πλημμύρες από καταρρακτώδης βροχές, χάθηκαν ανθρώπινες ζωές και προξενήθηκαν μεγάλες υλικές καταστροφές και φωτιές κατέκαψαν δάση και άλλες εκτάσεις.
26. Διηγείται ο Γέροντας. Κάποτε διάβαζα το βίο του Άγιου Σεραφείμ του Σαρώφ και στο σημείο που έλεγε ο Άγιος ότι είδε τα σκηνώματα του Παραδείσου, «εν τη οικία του Πατρός μου πολλαί μοναί εισί», τότε λέω πώς να είναι άραγε Θεέ μου, αυτές οι Μονές;
Ξαφνικά μου έπεσε το βιβλίο από τα χέρια και βρέθηκα σ` ένα ωραίο μέρος.
Μπροστά μου ήταν ένας δρόμος κατάφυτος με βιολέτες, όλες το ίδιο ύψος και πυκνοφυτεμένες, ευωδιαστές και δίπλα μου στεκόταν ένας Γέροντας, ο Άγιος Δαβίδ ήταν.
Ήθελα να προχωρήσω και δίσταζα να μην σπάσω τα λουλούδια.
Έλεγε μάλιστα ποιος τα φύτεψε τόσο πυκνά.
Αν ήταν λίγο αραιότερα θα έβαζα το πόδι μου ανάμεσα και δε θα τα έσπαζα και δίσταζα να προχωρήσω.
Τότε μου λέει ο Γέροντας.
Προχώρα, προχώρα, προχώρα, πάτερ Ιάκωβε, μη φοβάσαι τα λουλούδια αυτά δεν είναι σαν και εκείνα που ξέρεις , δεν σπάζουν.
Καθώς προχωρούσα λοιπόν πατούσα και δεν σπάζανε. Βλέπω δεξιά μου, ένα απότομο κατήφορο, χωματόδρομο πολύ επικίνδυνο και λέω.
Τι δρόμος κατηφορικός είναι αυτός; Αν περάσει κανένα αυτοκίνητο θα κινδυνεύσει.
Μου λέει τότε ο γέροντας.
Εδώ πάτερ Ιάκωβε δεν υπάρχουν αυτοκίνητα, ας` τον αυτόν τον δρόμο μην τον κοιτάζεις καθόλου, εσύ βάδιζε το δρόμο που βαδίσεις.
Βαδίζαμε λοιπόν στο ανθισμένο αυτό δρόμο και λέω. «ας κοιτάξω τι υπάρχει γύρω».
Βλέπω κάτι ωραιότητα σπιτάκια, αραιοκατοικημένα, σαν παλατάκια, με τις περιφράξεις τους με τις εξώπορτες τους, γεμάτα λουλούδια και ομορφιά και φως, αλλά ήταν εντελώς άδεια, δεν υπήρχε κανένας άνθρωπος μέσα.
Λέω τότε στον Γέροντα που με συνόδευε.
Γέροντα, τι ησυχία και τι ομορφιά είναι αυτή;
Ας είχα και εγώ ένα τέτοιο σπιτάκι να κάθομαι στην ησυχία, να κάνω την προσευχή μου, γιατι εγώ είμαι άνθρωπος της ησυχίας.
Τότε σήκωσε ο Γέροντας το χέρι του και μου έδειξε το σπιτάκι του που ήταν για μένα.
Αμέσως όμως βρέθηκα στο κελί μου και είπα.
Γιατι ξαναγύρισα σ` αυτό το κόσμο; Αχ να μην ξαναγύριζα, αλλά να έμενα για πάντα εκει!!!
27. Όταν προσκομίζω , έλεγε ο Γέροντας, βλέπω τις ψυχές που περνούν από μπροστά μου και με παρακαλούν να τις μνημονεύσω, και να θέλω να τις ξεχάσω δεν μπορώ.
28. Έλεγε ο Γέροντας πολύ να προσέχουμε στην προσευχή μας τι ζητάμε από τον Θεό, γιατι παραδείγματος χάρη δεν ξέρουμε, όταν του ζητήσουμε δοκιμασία και μας τη δώσει,αν θα την αντέξουμε.
29. Έλεγε επισης ο Γέροντας.
Όταν ο Ιερέας βγάζει μερίδες και μνημονεύει τα ονόματα των πιστών στην Ιερά Πρόθεση κατεβαίνει Άγγελος Κυρίου και παίρνει την μνημόνευση αυτή και την πηγαίνει και την εναποθέτει στο Θρόνο του Δεσπότου Χριστού ως προσευχή γι` αυτούς που μνημονεύθηκαν.
Σκεφθείτε λοιπόν τι αξία έχει να σας μνημονεύσουν στην Αγία Πρόθεση.
30. Κάποια φορά είχα ξεχάσει να μνημονεύσω στους κεκοιμημένους τη μητέρα μου, που ήταν Αγια γυναίκα.
Όταν τελείωσα την Θεια Λειτουργία, και πήγα στο κελλάκι μου, Εκει που καθόμουν, ήλθε η ψυχή το πνεύμα της μητέρα μου και μου είπε με παράπονο.
Πάτερ Ιάκωβε δε με μνημόνευσες σήμερα.
Πως μητέρα δεν σε μνημόνευσα.
Κάθε μέρα σας μνημονεύω και μάλιστα την καλύτερη μερίδα σας βγάζω τις είπα.
Όχι παιδί μου, σήμερα με ξέχασες και η ψυχή μου δεν αναπαύεται τόσο όσο τις άλλες μέρες που με μνημονεύεις, μου απάντησε.
Σκεφθείτε τι μεγάλος κέρδος και ωφελεία δέχεται η ψυχή όταν τη μνημονεύει ο ιερέας.
31. Είδα και την ψυχή του πατέρα μου, έλεγε ο Γέροντας, να κάθεται έξω από ένα απλό σπιτάκι σαν κελλάκι και του λέω.
Πατέρα μου, εσύ που ήσουν και χτίστης, δεν έχτιζες ένα μεγαλύτερο σπίτι να μένεις άνετα, αλλά κάθεσαι σε ένα τέτοιο σπιτάκι;
Τότε τι μου λέει.
Παιδί μου, εσύ με τις προσευχές σου και τις ελεημοσύνες σου μου έκτισες το σπιτάκι αυτό και το έχω και μένω.
32. Ένα πνευματικό του παιδί λέει στον Γέροντα. Πήγαμε στο μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου του εν Ολύμπω.
Κι ο γέροντας εντελώς φυσικά του λέει.
Παιδί μου, ο Άγιος Διονύσιος ήταν εδώ πριν λίγες ημέρες και συλλειτουργήσαμε!!
33. Πήγε κάποιος στον γεροντα και του λέει.
Κάνω 3000 μετάνοιες το εικοσιτετράωρο.
Του λέει ο γέροντας.
Καλά κανείς παιδί μου, αλλά από τώρα κι ύστερα να κανείς 100 μετάνοιες, γιατι αργότερα θα κουραστείς και δεν θα κανείς καμία.
34. Για το θέμα της τηλεόρασης έλεγε. Η τηλεόραση - το κουτί του διάβολου – κάνει μεγάλη ζημία, ιδιαίτερα στα παιδία, γι αυτό και πρέπει να βγει από το σπίτι.
35. στους γονείς που ρωτούσαν τι να κάνουμε τα παιδία μας όταν δεν ακούνε τους έλεγε.
Προσευχή θα κάνετε με πίστη, θα τα νουθετήσετε κι όσο μπορείτε με την αγάπη και με τον καλό το τρόπο. Γιατι με συγχωρείτε, με το αυστηρό δεν πάει.
Γιατι σου λέω σηκώνουμε και φεύγω και πάει.
Κι είναι σήμερα Σόδομα και Γόμορρα και κάτι χειρότερο.
36. Είπε ο γέροντας. Όταν είχε κοιμηθεί ο Γέροντας μου ο πατήρ Νικόδημος,
είπα στην προσευχή μου, που να πήγε άραγε η ψυχή του;
Τότε είδα, όχι σε όνειρο, αλλά πνευματικό τω τρόπω ότι με φώναξε ο Γέροντας μου να του πάω τα κλειδιά της Μονής γιατι ήρθε ο Μέγας Αρχιερέας.
Πήγα λοιπόν έξω από την πόρτα του κελιού που είναι πάνω από την είσοδο της μονής κι όταν έφτασα κοντά, ακούω ομιλίες, ερώτηση, απάντηση.
Μέσα γινόταν ανάκριση, εξέταση.
Χτύπησα την πόρτα και μπήκα μέσα στο δωμάτιο και τι να δω!!!....... ο Γέροντας μου στεκόταν όρθιος, ξεσκούφωτος με το κεφάλι κατεβασμένο και τα χέρια σταυρωμένα με πολύ φόβο και ευλάβεια.
Απέναντι του ήταν ο Μέγας Αρχιερέας καθήμενος επί θρόνου.
Ο θρόνος ήταν μετέωρος ένα μέτρο πάνω από το δάπεδο.
Το πρόσωπο του έλαμπε.
Χρυσό σαν καθαρό κερί, δεν μπορώ να το περιγράψω παιδί μου.
Στα γόνατα του ήταν ανοιχτό ένα βιβλίο και μέσα ήταν γραμμένη η ζωή του Γεροντά μου.
Ρωτούσε ο Μέγας Αρχιερέας και απαντούσε ο Γέροντας μου.
Μόλις μπήκα μέσα σταμάτησε η ανάκριση, πήγα στον Γέροντα μου, του έβαλα μετάνοια και του έδωσα τα κλειδιά της Μονής.
Γέροντα έφερα και τα κλειδιά της Λειψανοθήκης μην τυχόν θελήσει ο Αρχιερέας να προσκυνήσει τα Αγια Λείψανα, του είπα.
Ο γεροντα μου τα πήρε.
Ήθελα να βάλω μετάνοια και στον Μέγα Αρχιερέα, αλλά δεν μου είπε τίποτε ο Γέροντας μου και επειδή ήμουν υποτακτικός, δεν μπορούσα να κάνω κάτι χωρίς ευλογία.
Έτσι βάζοντας μετάνοια στον Γέροντα μου και υποκλινόμενος από μακριά στον Μέγα Αρχιερέα, βαδίζοντας προς τα πίσω, χωρίς να γυρίσω την πλάτη μου, βγήκα από το δωμάτιο.
Αμέσως Μόλις βγήκα άρχισε πάλι η ανάκριση.
Είδα, παιδί μου, ότι όλη μας η ζωή, έργα, λόγια, σκέψεις είναι γραμμένα, θα δώσουμε για όλα λόγο.
Όσο για τον Γεροντά μου πληροφορήθηκα ότι η ψυχή του πήγε πολύ καλά.

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΣ ΤΩΝ ΛΟΓΙΣΜΩΝ

ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ

1. Είπε γέρων. Σήμερα κοιτάζουμε να αγιάσουμε με λίγο κόπο.
2. Είπε πάλι. Όσο περισσότερο κοπιάζεις, τόσο περισσότερη χάριν και χαρά απολαμβάνεις. Και συνέχισε. Μπορούσε να πληρώσει την καρδιά μας ο Θεός με τόση μακαριότητα και αγάπη και θείον έρωτα, ώστε να πέσουμε κάτω, μην αντέχοντας αυτήν. Αλλά τότε θα εγκαταλείψουμε τα μοναστήρια και θα κλεινόμασταν στα σπήλαια. Οι κοσμικοί θα εγκατέλειπαν τις υποθέσεις τους και τις φροντίδες τις οικογένειας και τα παιδία τους. Για αυτό ο Θεός που είναι αγάπη, δεν μας πληροί με τέτοια αγάπη και θεία μακαριότητα.
3. Είναι βαρεία η καλογερική Γέροντα; Ρώτησαν κάποιον σοφό μοναχό.
Δεν είναι βαριά. Έρχεται καιρός που, όταν λησμονήσεις τον εαυτό σου, βλέπεις ότι είναι το πιο ανάλαφρο φορτίο – είπε.
4. Είπε ένας ερημίτης. Αν όσα χρωστάς σ` αυτήν την ζωή τα ξεπληρώσεις τότε σώζεσαι. Αν φας όμως και καμία παραπάνω, παίρνεις και κανένα φράγκο παραπάνω. Αν φάει κάποιος ξύλο άδικα, τότε έχει καθαρό μισθό. Πολλές φορές δηλαδή, ανθρώπους με πολλή καλή ζωή συμβαίνει να τους βρίσκουν τα χειρότερα. Εάν ο Θεός επιτρέπει, γιατί επιτρέπει;
Ας φέρω ένα καλό παράδειγμα.
Είναι μια πολλή καλή οικογένεια. Και ο άνδρας πολύ καλός και η γυναίκα πολύ καλή και τα παιδάκια πολύ καλά. Όλοι εκκλησιάζονται, κοινωνούν κ.λ.π.
Για μια στιγμή περνά ένας μεθυσμένος ή τρελός, χτυπάει την οικογενειάρχη και τον σκοτώνει.
Στα καλά καθούμενα. Μετά, όσοι άνθρωποι είναι απομακρυσμένοι από τον Θεό, λένε.
Για δες τον. Βλέπετε; Πηγαίνει με το σταυρό στο χέρι για αυτό το έπαθε.
Αυτό είναι αναίδεια. Επιτρέπει ο Θεός να παθαίνουν και άνθρωποι χωρίς να φταίνε καθόλου, για να δίνει την ευκαιρία στους τελείους αναιδείς να λένε, ότι είπε και ο καλός ληστής.
Τι βλέπουμε στους δυο ληστές; Ο ένας έβρισε τον Χριστό, αν είσαι Θεός κατέβα κάτω κ.λ.π. λέει ο άλλος. Δεν φοβάσαι τον Θεό; Εμείς δικαίως ταλαιπωρούμαστε. Ο άνθρωπος δεν έκανε τίποτα. Δεν φοβάσαι τον θεό;
Δηλαδή, για να δώσει ο Θεός την ευκαιρία στους αναιδείς να συνέλθουν, επιτρέπει να πάθουν μερικοί, χωρίς να φταίνε.
Ενώ αυτοί που παθαίνουν, μπορεί να είναι τα πιο αγαπημένα παιδία του Θεού.
Στο παράδεισο ο θεός πιστεύω δεν θα τους πει. Καθίστε σε αυτήν τη θέση. Αλλά διαλέξτε τον καλύτερο τόπο. Καταλάβατε; Έτσι είναι. Με το να ζητάμε το δίκαιο μας τα χάνουμε όλα.
Χάνουμε και την ειρήνη μας, Χάνουμε και τον μισθό μας.
5. Ρώτησε κάποιος ένα γέροντα, πόσα χρόνια έχει στο Άγιο Όρος και του απάντησε.
Χρόνια πολλά έχω, προκοπή δεν έχω. Και τα τσακάλια στην έρημο ζουν, αλλά τσακάλια μένουν.
6. Είπε γέρων. Όσο πνευματικότερος είναι ο άνθρωπος, τόσο λιγότερα δικαιώματα ζητάει από αυτήν την ζωή.
7. Συμβούλευε ένα φωτισμένος μοναχός. Να έχεις αγάπη προς όλους, αλλά ιδιαίτερες σχέσεις με κανένα.
8. Έλεγε ο γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής.
Ο κυριότερος σκοπός του διαβόλου είναι να κτυπήσει την πίστη και έτσι να ρεζιλέψει τον ανθρωπο ως προδότη και αρνητή.
9. Μου είπε κάποτε προ ετών ο σεβαστός γέρων Γεράσιμος ο Υμνογράφος. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέει ότι το μόνο το οποίο αδυνατεί να πράξει ο Παντοδύναμος Θεός είναι το να ενωθεί με τον ακάθαρτο άνθρωπο. Σε αυτό αδυνατεί.
10. Έλεγε σε εμάς ο γέρων Μόδεστος ο Κωνσταμονίτης. Έχετε την εκούσια τύφλωση. Μην βλέπετε τα σφάλματα των άλλων.
11. Eίπε γέρων. Το θέμα της σωτήριας μας δεν είναι θέμα ευκαιρίας ή σύμπτωσης, αλλά θέμα εργασίας και βίας. «Βιάστε αρπάζουσιν την Βασιλεία των Ουρανών».

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑΣ

12. Είπε γέρων. Δεν έχω ασχοληθεί με πολλά πράγματα. Λίγα πατερικά ξέρω και προσπαθώ…, τέλος πάντων. Αυτό που έχω καταλάβει είναι ότι δεν υπάρχει φαρμάκι στον άνθρωπο. Το φαρμάκι γίνεται γλυκό, όταν το αντιμετωπίσεις πνευματικά.
Βλέπουμε πολλές φορές ένα άνθρωπο να αμαρτάνει. Λυπείται όπως πραγματικά μετανοεί, νιώθει λύπη εξομολογείται και έχει θεια παρηγοριά. Και όταν δεν νοιώθει αυτή την παρηγοριά, τότε πρέπει να καταλάβει ότι κάποια εξέλιξη τον πειράζει μέσα του, τον πειράζει ο λογισμός και πρέπει να πάει να το πει αυτό, όποτε έρχεται η παρηγοριά. Προχωρούμε τώρα. Συμμετέχει σε μια στεναχώρια ενός αδελφού που υποφέρει, κάνει προσευχή, παρακαλεί και τον βοηθάει ο Θεός.
13. Είπε πάλι , όταν κανείς είναι ελευθερωμένος από το παλιοάγχος, τότε αναπαύονται κοντά του και κάθε είδους άνθρωποι.

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΣΤΩΝ ΕΠΕΜΒΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ

14. Το Πάσχα του έτους 1935 ηγουμενεύοντας του αρχιμανδρίτου Σεραφείμ στην ιερά Μονή Αγίου Παύλου όλοι οι πατέρες, που αριθμούσαν τότε τους 60, είχαν βγει στο προαύλιο για να κάνουν την ακολουθία της Ανάστασης. Μέσα στην ατμόσφαιρα χαρμόσυνη και ενθουσιώδη. Μετά το ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ , ο Καθηγούμενος λέει σε ένα από τα πιο απλά και πιστά γεροντάκια, τον γέρο Θωμά.
Γέρο Θωμά, πήγαινε κάτω στο σκευοφυλάκιο, εκεί που είναι τα οστά των πατέρων, να τους πεις το ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ.
Νάνε ευλογημένο Γέροντα – είπε ο γερο Θωμάς και χωρίς να σκεφθεί που πάει, με δυο τρία πηδήματα βρίσκεται μπρος στο οστεοφυλάκιο.
Ο Ηγούμενος με έστειλε να σας πω το ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ , πατέρες και αδελφοί. ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ φώναξε μεγαλοφώνος.
Τότε έγινε κάτι συγκλονιστικό. Τα οστά έτριξαν, αναπήδησαν, μια νεκροκεφαλή ανασηκώθηκε ένα μέτρο και απάντησε στο χαιρετισμό του γερο – Θωμά.
ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ Ο ΚΥΡΙΟΣ
Και μετα ακολούθησε νεκρική σιγή. Επέστρεψε το γεροντάκι και διηγηθεί όσα είδε και άκουσε.
Οι πατέρες την φορά εκείνη γιόρτασαν ένα Πάσχα μοναδικό. Με διπλή δοξολογία προς τον Αναστάντα Κύριο και αρχηγό της ζωής. Έψαλλαν κατασυγκινημένοι.
Την Αναστασιν Σου Χριστέ Σωτήρ άγγελοι υμνούσιν εν ουρανοίς
Και ημάς τους επί γης καταξίωσον εν καθαρά καρδία σε δοξάσειν.
Το γεγονός αυτό μας το διηγήθηκε ο αείμνηστος γέρων Θεοδόσιος, ο οποίος χρημάτισε τελευταίος βιβλιοθηκάριος της Μονής.
15. Η ιερά εικόνα της Παναγίας της Πορταϊτισσας θεωρείτε η πλέον θαυματουργός εικόνα του Άγιου Όρους.
Μετά την όραση του πύρινου στύλου μέσα στην θάλασσα, που βρέθηκε η εικόνα, και την αποκάλυψη του Ιβηρίτου ερημίτου οσίου Γαβριήλ, ο όσιος κατήλθε από το βουνό και περπάτησε πάνω στη θάλασσα σαν να ήταν ξηρά, έλαβε στα χέρια του την μεγάλη σε όγκο εικόνα, την οποίαν με τιμές και ευχαριστίες οι μοναχοί τοποθέτησαν στο Άγιο Βήμα.
Η Παναγία όμως είπε στον ηγούμενο ότι ΕΓΩ ΔΕΝ ΗΛΘΑ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΜΕ ΦΥΛΑΤΕ, ΑΛΛΑ ΝΑ ΣΑΣ ΦΥΛΑΩ.
Για αυτό επανειλημμένως την έβρισκαν οι μοναχοί στην πύλη της Μονής, ενώ την μετέφεραν στο Ιερό Βήμα. Από τότε η Ιερά εικόνα ονομάσθηκε Πορταϊτισσα. Μεγαλοπρεπής και υπέροχη στη θεά, σαν Μητέρα του Θεού ημών , φοβερά προστασία και σκέπη και βοηθός.
Στο πάντιμον πρόσωπο της εικόνας διακρίνεται ξηρή πληγή με μαχαίρι από το κτύπημα του πρώην πειρατή.
Ο πειρατής όταν κτύπησε την εικόνα, είδε να ρέει αίμα από την πληγή.
Το θαύμα τον συγκλόνισε. Πίστεψε, βαπτίσθηκε, κα έμεινε στη μονή σαν μονάχος.
Δεν θέλησε άλλο όνομα παρά το όνομα Βάρβαρος.
Έζησε Αγια ζωή και στο τέλος αγίασε.
Στο ναϊδριον της Πορταϊτισσας υπάρχει τοιχογραφία με στολή πειρατού και την προσωνυμία Ο ΆΓΙΟΣ ΒΑΡΒΑΡΟΣ.
16. Στην ιερά Μονή Βατοπεδίου έζησε οσιακώς και θεαρέστως ο όσιος Γεννάδιος ο Δοχειάρης, ο οποίος αξιώθηκε να δει το θαύμα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Είδε δηλαδή, το πρώην άδειο πιθάρι του λαδιού γεμάτο από λαδί τόσο, ώστε έτρεχε έξω από την θύρα του Δοχείου (της αποθήκης).
17. Στην ίδια Μονή έζησε ο ευλογημένος εκείνος ιεροδιάκονος ο Βηματάρης, ο οποίος έκρυψε την εικόνα της Παναγίας της Βηματαρίσσης στο πηγάδι, όπου βρέθηκε μετα την αιχμαλωσία του από τους βαρβάρους, μετά πολλά χρόνια, όρθια πάνω στο νερό με αναμμένη την λαμπάδα.

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΑΚΑΤΑΚΡΙΤΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΗΣ ΚΑΤΑΚΡΙΣΕΩΣ

18. Έλεγε στους επισκέπτες του ο απλούστατος Διονύσιος μοναχός γέρων Δαβίδ περί του κακού της κατακρίσεως. Πρόσεχε, να μην λες ο τάδε κάνει τούτο και ο άλλος εκείνο. Γιατί έτσι θα χάσης την Χάρη του Χριστού. Και γάιδαρο να τον δεις κάποιον, να μην τον κοροϊδέψεις. Αγάπα τον πλησίον όπως τον εαυτό σου, έτσι λέει ο Χριστός.
19. Ο θεοφόρος πνευματικός παπα- Σάββας ουδέποτε κατηγόρησε άνθρωπο. Όταν τον ρωτούσαν «Τι άνθρωπος είναι εκείνος Πνευματικέ;» απαντούσε. Άγιος άνθρωπος είναι αυτός ο άνθρωπος.
20. Είπε γέρων μοναχός. Πάντα στις κρίσεις να βάζετε ένα ερωτηματικό. Δεν ξέρουμε τι μπορεί να συμβαίνει.
21. Διηγείτο ο πολυσέβαστος ιερομόναχος Ε, ερημίτης των Κατουνακίων.
Κάποιος αδελφός μου είπε για την κατάκριση. «κατακρίνω πολύ, πώς να αποφύγω την κατάκριση;» Και του είπα.
Όταν πρόκειται να μιλήσεις για ένα πρόσωπο, λέγε. Τώρα είναι παρών.
Πάρε παράδειγμα εσένα π.χ. όταν είσαι παρών, δεν σε κατακρίνει ο άλλος, όταν είσαι απών, σε κοπανάει στο κεφάλι σε κατακρίνει.
Θυμάμαι ότι όταν ζούσε ο Γέροντας, τον κατέκρινε σε κάτι. Πήγα το βράδυ να κάνω προσευχή.
Βλέπω ντουβάρι, δεν μπορώ να προχωρήσω την ευχή.
Κύριε Ιησού…..Κύριε Ιησού …….δεν προχωρά κάπου έχω σφάλει σκέπτομαι, κάπου έχω αμαρτήσει. Λοιπόν; Την προηγούμενη μέρα που πήγα, τι έκανα, τι μίλησα, τι έπραξα; Το βρήκα είχα κατακρίνει τον Γέροντα μου.
Η άλλη μέρα ήταν Κυριακή και έπρεπε να λειτουργήσω.
Ο παπάς εδώ τάχη δογματικά. Πρέπει να λειτουργήσει.
Εκτός αν έχει κώλυμα. Τώρα τι να κάνω; Προσευχή.
Θεέ μου, συγχώρεσε με. Θεέ μου έσφαλα. Συγχώρεσε με ζητώ συγγνώμη.
Τίποτα.
Καλά για μένα δεν έχει συγχωρέσει, δεν υπάρχει «ευλόγησαν»;
Εφ` όσον σε λύπησα, «ευλόγησαν».
Οφείλω να έχω το «Θεός σχωρές`»
Τίποτα.
Μα ο Πέτρος Σε αρνήθηκε τρεις φορές και τον συγχώρεσες. Εγώ δεν σε αρνήθηκα. Κατέκρινα τον Γεροντά μου. Ε` τώρα, βάζω κι εγώ μετάνοια.
Μετανόησα και ζητώ συγχώρηση.
Τίποτα.
Λέγοντας αυτά έπιασα πάλι το κομποσχοίνι.
Τίποτα. Δεν προχωρά η προσευχή.
Άρχισα τα κλάματα.
Έβγαιναν τα δάκρια ποτάμι.
Δεν είναι τόσο να κατακρίνεις ένα ξένο, όσο να κρίνεις τον Γεροντά σου.
Αλίμονο σου.
Κατακρίνεις τον ίδιον τον θεό.
Άρχισα τα κλάματα. Τρεις ώρες έφαγα. Μια ακολουθία της Κυριακής είναι τρεις ώρες.
Άρχισα τα κλάματα.
Θεέ μου, θεέ μου δεν υπάρχει για μένα «ευλόγησον» ο Θεός του ελέους και της ευσπλαχνίας είσαι. και εμένα δεν με συγχωράς.
Εγώ σου λέω ‘ευλόγησον’
Και η όσια Μαρία η Αιγύπτια όταν μετανόησε την συγχώρησες, και πολλή άγιοι ήσαν αμαρτωλοί, αλλά τους συγχώρεσες.
Και Νεομάρτυρες που είχαν γίνει Τούρκοι τους συγχώρεσες και τους ελέησες. Για μένα δεν υπάρχει έλεος δεν υπάρχει συγχώρηση;
Τρεις ώρες έφαγα.
Έκανα την ακολουθία της Κυριακής με δάκρυα.
Στο τέλος βλέπω μια ειρήνη, μια χαρά μέσα μου.
Άρχισα τότε.
ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ.
Α. ηρέμησα. Και έτσι προχώρησα στην λειτουργία.
Αλλιώς δεν μπορείς να προχωρήσεις στη λειτουργία.
Η κατάκριση είναι μεγάλο αμάρτημα.
Φεύγει η χάρις δίχως να το καταλάβεις. Φοβερό αμάρτημα. Του Χριστού την κρίση την παίρνεις εσύ, και έπειτα γίνεσαι αντίχριστος.

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΚΑΤΑΝΥΞΕΩΣ ΚΑΙ ΔΑΚΡΥΩΝ

22. Είπε γέρων. Η καρδιά καθαρίζει με αναστεναγμό, με φιλότιμο. Να βάλουμε την ψυχή στο μούσκιο των δακρύων. Αλλά και ένας αναστεναγμός με πόνο ψυχής ισοδυναμεί με δυο κουβάδες δάκρυα.
23. Υπήρχαν μοναχοί κανδηλανάπτες στην σκήτη της άγιας Άννας και στα κοινόβια, οι οποίοι κατά την ιερά διακονία τους, δάκρυζαν ενώπιον των ιερών εικόνων.
24. Παιδί μου συμβούλευε ο Ρώσος ασκητής Τύχων, να πλένεις με δάκρυα το ποδιά του Χριστού, και ο Χριστός θα ξεπλύνει τις αμαρτίες σου.
25. Είπε γέρων. Τα πρώτα δάκρυα είναι της θειας παρηγοριάς.
Σπάει και κλαίει εκείνος που λέει την ευχή.
Η δεύτερη κατάσταση είναι της δοξολογίας. Κινείται σε άλλο χώρο.
Τα πρώτα δάκρυα και το σώμα καταβάλλουν, ενώ τα δεύτερα δίνουν τις βιταμίνες και για την ψυχή και για το σώμα.
Είναι της αγαλλιάσεως της δοξολογίας. Απ` αυτού βλέπει κανείς την διάφορα.
26. Κάποτε ο άγιος Σιλουανός συνάντησε ένα ασκητή ο οποίος είχε το χάρισμα της κατανύξεως και έχυνε πολλά δάκρυα κάθε μέρα όταν σκέπτονταν τα πάθη και τον Σταυρό του Κυρίου.
Είναι καλό να προσεύχομαι για τους νεκρούς; Ρώτησε ο άγιος.
Εκείνος αναστέναξε και είπε.
Εάν θα ήταν δυνατό να έβγαζα όλους από τον Άδη τότε θα αναπαυόμουν και θα χαιρόταν η ψυχή μου. Τότε έκανε μια χειρονομία σαν να μάζευε στάχυα και δάκρυσε.
27. Όταν ο παπα – Κοδράτος, έδειχνε τα άγια Λείψανα στους ευλαβείς προσκυνητές, ιδιαίτερα την περικεφαλαία του αγίου Μερκουρίου, και έπρεπε να θυμηθεί και να μιλήσει για το μαρτύριο του αγίου, τα μάτια του γέμιζαν δάκρυα.
Στην Θεία λειτουργία σχεδόν κάθε φορά έκλαιγε, και πιο πολύ στην μεγάλη είσοδο, όταν έλεγε το «Πάντων ημών μνησθείη…»

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ

28. Ρώτησαν κάποτε ένα αγιορείτη γέροντα. Τι είναι το Άγιον Όρος, γέροντα;
Και αυτός απάντησε.
« Χαρά γίνεται στον ουρανό επί ενί αμαρτωλό μετανοούντι».
Εδώ έχουμε πολλούς που μετανοούν. Η μάλλον όλοι είμαστε μετανοούντες.
29. Στην καλύβα «Αγία Τριάς» της Σκήτης της αγίας Άννης ζούσαν πριν πολλά χρόνια πέντε κατά σάρκα αδελφοί.
Από φθόνο του διαβόλου περιέπεσαν σε τέτοια φιλονικία μεταξύ τους ώστε ορισμένοι τους αποκαλούσαν ταραχοποιούς.
Κάθε βράδυ όμως αυτοί έβαζαν μετάνοια μεταξύ τους και συγχωρούσε ο ένας τον άλλον.
Παρήλθαν πολλά χρόνια σε αυτή την κατάσταση.
Κάποτε δεν ακούγονταν τίποτα από την ταραχοποιών εκείνη καλύβα. Ούτε φωνή, ούτε ακρόαση.
Ο Δίκαιος της Σκήτης πληροφορήθηκε στον ύπνο του την εκδημία των αδελφών και έτρεξε μαζί με άλλους πατέρες στην καλύβα τους να δουν
Οι πέντε εκείνοι αδελφοί ήσαν κεκοιμημένοι.
Την στιγμή που έβαζαν μετάνοια μετά το Απόδειπνο και ζητούσε ο ένας στον άλλον συγγνώμη τους πήρε ο Θεός της συγγνώμης και των οικτιρμών.
Σημείων δικαιώσεως και σωτήριας.
Σημείων διορθώσεως και ανεξικακίας.
Σημείων προσοχής σε αυτούς που καταλαλούν λάθρα κατά του πλησίον.

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΘΕΙΩΝ ΟΡΑΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΟΠΤΑΣΙΩΝ

30. Διηγήθηκε ένας ερημίτης σε αδελφό.
Αδελφέ μου και πατέρα μου, δεν γνωρίζω πως, αλλά αξιώθηκα ο ανάξιος να με κοινωνήσει άγγελος Κυρίου.
Είδα στην αρχή ένα φως και μετά ήλθε άγγελος κρατώντας τα τίμια Δώρα.
Πως έγινε δεν μπορώ να καταλάβω……..
31. Μετά από πολλές προσευχές και πολλά δάκρυα, διηγήθηκε σε μας ο σεβάσμιος ησυχαστής των Κατουνακίων παπα Εφραίμ, είχε πληροφορία ότι οι κεκοιμημένοι, ο πατέρας αυτού γέρων Νικηφόρος και ο πρώτος Γέροντας του Εφραίμ βρήκαν την σωτήρια τους.
32. Ο ησυχαστής γέρων Ιωσήφ, ο κοιμηθείς με ειρήνη το έτος 1959 στην αρχή της ασκητικής του ζωής, σε ώρα γλυκύτατης νοεράς προσευχής, είδε το έξης όραμα. Όπως το διηγήθηκε ο ίδιος.
« Εκεί που βρισκόμουν βυθισμένος στον εαυτό μου και πρόσεχα τα λόγια της ευχής, ξαφνικά γέμισα φως….και έπειτα όλος ο τόπος έγινε φως. Ξαφνικά παρουσιάστηκαν τρία παιδάκια, σε ηλικία έξι μέχρι οκτώ ετών, όμοια κατά πάντα στην μορφή και τα χαρακτηριστικά τους, χαριτωμένα και τόσο ωραία που η θέα τους αιχμαλώτισε όλες μου τις αισθήσεις.
Βάδισαν προς σε μένα με τον ίδιο ρυθμό, το ίδιο βήμα, σαν να ήταν ένα και όμως ήταν τρία.
Έψαλλαν μελωδικότατα το «όσοι είς Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε αλληλούϊα».
Όταν με πλησίασαν πολύ, μέχρι που νόμιζα ότι θα τα έπιανα εάν άπλωνα τα χέρια μου, πήγαιναν πάλι μπρος τα πίσω χωρίς να γυρίζουν την πλάτη τους και συνέχισαν το ίδιον ύμνο και στο αλληλούϊα με ευλογούσαν με τα χεράκια τους, καθώς κάνει ο ιερέας.
33. Κάποτε ένας καλός και ενάρετος μοναχός είδε την Παναγία μας να σκουπίζει το μοναστήρι της μεγίστης Λαύρας. Δεν πέρασε πολύς καιρός και ο Σουλτάνος έδωσε διαταγή σύμφωνα προς το οποίο ο Τουρκικός στρατός έπρεπε να αναχώρηση από το Άγιον Όρος.
34. Μην στεναχωριέσαι! Το όνομα σου είναι γραμμένο εδώ στο βιβλίο της ζωής, είπε ο Κύριος στον απλούστατο και προορατικών γέροντα Αβέρκιον της Νέας Σκήτης, όταν του αποκαλύφθηκε κάποτε στο Κυριακό κατά την ώρα της αγρυπνίας.
35. Όταν κάποτε ο όσιος Ευθύμιος, ο κτήτορας της ιεράς μονής Ιβήρων, λειτουργούσε στην κορυφή του Άθω κατά την γιορτή της Μεταμορφώσεως, φως ουράνιων περιέλαμψε όλους τους παρευρεθέντας, το οποίον τους ανάγκασε να πέσουν καταγής γιατί δεν μπορούσαν να υποφέρουν την λάμψη.
36. Ο σεβαστός λόγιος μοναχός γέρων Θεόκλητος Διονυσιάτης μου διηγήθηκε ότι πήγε κάποτε να συναντήσει τον θαυμάσιο στην ψυχή και την βιβλική όψη Pώσσο ερημίτη παπα Τύχωνα.
Πλησίασε το ασκητήριο του άκουσε θεσπέσιες ψαλμωδίες.
Νόμιζε ότι γινόταν Θεία Λειτουργία και για αυτό περίμενε έξω από την καλύβα μέχρι να τελείωση.
Τέλος, αφού μπήκε βρήκε μόνο τον παπα Τύχωνα στην εκκλησία, ο οποίος εκείνη την στιγμή μεταλάμβανε τον Άγιον Άρτον.
Διατηρούσε Άγιον Άρτον όλο το χρόνο και μεταλάμβανε συχνά μόνος του.
Ο πατέρας Θεόκλητος έμεινε κατάπληκτος και απορούσε τι να ήταν οι ψαλμωδίες που άκουσε προηγουμένως.
Λίγο πριν την μακάρια κοίμηση του ερημίτου τον υπηρετούσε ο μαθητής και υποτακτικός του, σεβάσμιος γέρων Παίσιος.
Εσύ είσαι ο άγιος Σεραφείμ; Ρώτησε κατάκοιτος και ετοιμοθάνατος παπα Τύχων.
Τι λέτε γέροντα, δεν σας καταλαβαίνω.
Να - είπε τότε – προ ολίγου ήταν εδώ ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ μαζί με την Παναγία και μιλούσαμε.
Τι σου είπε η Παναγία;
Ρώτησε ο πατέρας Παίσιος.
Μου είπε ότι θα με πάρει μετά την γιορτή μου.
Πράγματι στις 10 Σεπτεμβρίου μετά την γιορτή της γεννήσεως της Θεοτόκου 8 Σεπτεμβρίου, κοιμήθη ο παπα – Τύχων με ειρήνη κρατώντας στα χέρια του ένα σταυρό.
Πριν πεθάνει ο πατέρας Παίσιος του έβαλε στην μύτη να μυρίσει βασιλικό.
Μυρίζει ωραία γέροντα; Του είπε.
Ναι, παιδί μου αλλά ο παράδεισος μυρίζει πολύ πιο ωραία!......
37. Ο ΣΤΑΡΕΤΣ Παίσιος Βελιτσκόφσκυ είχε ένα μολδαβό μαθητή, το Γεώργιο, που με την σειρά του είχε και αυτός ένα μαθητή, Γεώργιο και αυτόν, που ήταν τυπογράφος στο Νιαμέτς στη Ρουμανία. Στις αρχές του 19ου αιώνα ο Γεώργιος αυτός πήγε στο Άγιο Όρος και εγκαταστάθηκε σε ένα κελί στην περιοχή της Βίγλας, κοντά στη θέση που σήμερα βρίσκεται η ρουμανική σκήτη. Ήταν μορφωμένος άνθρωπος.
Αφού αποτάχθηκε τον κόσμο , έζησε σαν ερημίτης και απόκτησε πολλά χαρίσματα από τον Θεό.
Ο γέροντας Γεώργιος είχε ένα μαθητή τον Αθανάσιο. Έζησαν μαζί οκτώ χρόνια.
Ο Αθανάσιος μιλούσε γι τον στάρετς Παίσιος Βελιτσκόφσκυ με δέος και σεβασμό και διηγιόνταν τα ακόλουθα για να δείξει το ύψος των πνευματικών του αναβάσεων.
«Είχα την εξαιρετική ευλογία να γνωρίσω τον τελευταίο επιζόντα μαθητή του γέροντα Παίσιου.
Από το ακόλουθο περιστατικό που συνέβη σε αυτόν, που ήταν άνθρωπος πνευματικά έμπειρος, μπορείτε να καταλάβετε πόσο μεγάλος άγιος ήταν ο Παίσιος.
Κάποτε καθόταν στο καλύβι του και προσευχόταν. Ξαφνικά είδε (σαν σε έκσταση, όπως συνήθως αποκαλύπτεται σε τέτοιους ανθρώπους) πλήθος δαιμόνων να κυκλώνουν ένα είδος θυσιαστηρίου και σε λίγους άλλους δαίμονες να συνοδεύουν τον σατανά με δαιμονική επισημότητα.
Ο σατανάς κάθισε πάνω στο θυσιαστήριο και δεχόταν τους δαίμονες ένας – ένας με τις αναφορές τους και απαντούσαν στις ερωτήσεις του.
Εσύ που ήσουν; Ρώτησε ο σατανάς τον πρώτο δαίμονα.
Ήμουν στο καλύβι ενός μοναχού, που ζει στην ησυχία έξω από το μοναστήρι, μα δεν μπορούσα να τον πλησιάσω, γιατί όσες φορές δοκίμασα εκείνος έπεφτε κατά γης φυσικά έκανε μετάνοιες και προσευχές και ήταν καλυμμένος ολόκληρος με μια φωτιά που με έκαιγε και για αυτό μου ήταν τελείως αδύνατο να φτάσω κοντά του.
Ο σατανάς τότε διέταξε να τον δείρουν όπως και τους άλλους που δεν τα κατάφεραν στις δαιμονικές επιδιώξεις τους.
Κι ήταν όλοι αυτοί 5-6 δαίμονες.
Μετά ο σατανάς άρχισε να γρυλίζει και να λέει.
Ω! πόσο με ενοχλούν αυτά τα παλιόχαρτα (εννοούσε τα πατερικά βιβλία μεταφράσεις του Παίσιου.)
Θάρθει καιρός όμως που όλα θα υποταχθούν στην θέληση μου, και αυτά τα βιβλία θα εξαφανιστούν.
Και η εποχή αυτή, πρόσθεσε ο γέρων Αθανάσιος ήρθε.
Η περίφημη βιβλιοθήκη της μονής Νιαμέτς κατακάηκε και τα λίγα βιβλία για την νοερή προσευχή που γλίτωσαν από την καταστροφή έχουν μείνει στ` αζήτητα, κανείς πια δεν ενδιαφέρεται γι` αυτά.
Ο γέροντας Αθανάσιος συνέχισε.
Πρέπει να διαβάζουμε διαρκώς ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ.
Όλοι οι άγιοι πατέρες διάβαζαν πολύ, διάβαζαν ως ότου να λάβουν το χάρισμα της προσευχής.
Τον Οκτώβριο του 1873 ο Αθανάσιος αρρώστησε και στις 23 του μηνός πέθανε και κηδεύτηκε στο κοινό κοιμητήριο.
38. Το μοναστήρι του Νιαμέτς ήταν για την Μολδαβία ότι και το μοναστήρι της Άγιας Τριάδος στην Ρωσία, ότι της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου για την Ουκρανία, ότι το Αγιον Όρος για την Ελλάδα. Για πέντε αιώνες ήταν το κέντρο της θρησκευτικής διαφώτισης στην Μολδαβία. Από εκεί βγήκε ο περίφημος μολδαβός γέροντας Παίσιος Βελιτσκόφσκυ, ιδρυτής και πατέρας του θεσμού των γερόντων στη Ρωσία στους έσχατους καιρούς.
Έτσι ένας από τους πολλούς μαθητές του οσίου Παϊσίου, ο Σωφρόνιος, που εκείνη την εποχή ήταν ηγούμενος, ήταν πνευματικός άνθρωπος και αυστηρός ασκητής είδε ένα όραμα.

ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ

39. Μια νύχτα, νομίζοντας πως πλησίαζε να ξημερώσει, ο Σωφρόνιος βγήκε από την πύλη του μοναστηριού και κοίταξε προς την εξωτερική πύλη, εκεί που σήμερα βρίσκεται το αγίασμα.
Εκεί είδε ένα άνθρωπο που ήταν μαύρος στην όψη και φοβερός στο θέαμα.
Φορούσε στρατιωτικό μανδύα και φώναζε δυνατά, όπως κάνουν οι αξιωματικοί όταν δίνουν διαταγές στους στρατιώτες.
Τα μάτια του ήταν κόκκινα και γυάλιζαν σαν φλόγες.
Το στόμα του ήταν σαν των πιθήκων και τα δόντια του εξείχαν απ` αυτό.
Στη μέση του ήταν περιτυλιγμένο ένα τεράστιο φίδι, του οποίου το κεφάλι κρεμόταν προς τα κάτω κι από το στόμα του έβγαινε η γλώσσα σαν ξίφος.
Στους ώμους του είχε σιρίτια που είχαν το σχήμα κεφαλών φιδιών και στο κεφάλι του φορούσε ένα καπέλο απ` όπου ξεπρόβαλαν φαρμακερά φίδια και τυλίγονταν σαν μαλλιά γύρω απ` το λαιμό του.
Μόλις ο γέροντας Σωφρόνιος αντίκρισε όλα αυτά πέτρωσε από τον φόβο.
Μετά από λίγο συνήλθε κάπως και ρώτησε τον άρχοντα αυτό του σκότους τι γύρευε τέτοια ώρα στον περίβολο του μοναστηριού.
Είναι δυνατό να μην ξέρεις ότι εγώ δίνω διαταγές εδώ στο μοναστήρι σου; Απάντησε ο μαύρος.
Εμείς δεν έχουμε στρατό εδώ κι η πατρίδα μας διανύει περίοδο απόλυτης ειρήνης, είπε ο ηγούμενος.
Τότε συνέχισε ο μαύρος δαίμονας, μάθε πως εμένα με έστειλαν οι αόρατοι άρχοντες του σκότους και βρισκόμαστε εδώ για να εγείρουμε πόλεμο εναντίον την μοναχικής τάξης.
Όταν κατά την κουρά σου δίνεται τους μοναχικούς σας όρκους, δηλώνεται ότι θα μας πολεμάτε και μας προξενείτε πολλές πληγές με το πνευματικό σας οπλοστάσιο.
Πολλές φορές αναγκαζόμαστε να υποχωρούμε με ντροπή, γιατί η φλόγα της προσευχής σας μας καίει.
Τώρα όμως δε σας φοβόμαστε, ιδιαίτερα μετά το θάνατο του Παϊσίου, του ηγουμένου σας. Εκείνος μας τρόμαζε και υποφέραμε πολύ στα χέρια του.
Από τότε ακόμα που ήρθε εδώ από το Άγιο Όρος μαζί με εξήντα άλλους μοναχούς, εμένα με έστειλαν εδώ με εξήντα χιλιάδες στρατιώτες μας για να τον σταματήσουμε.
Όσο καιρό είχε αυτός είχε την ηγουμενία δεν μπορούμε να ησυχάσουμε.
Παρ` όλους τους πειρασμούς, τα τεχνάσματα και τις μεθοδείες μας εναντίον εκείνων και των μοναχών του, δεν καταφέρναμε τίποτα.
Και ταυτόχρονα δεν μπορεί να διηγηθεί ανθρώπινη γλώσσα τις φοβερές οδύνες, τις ταλαιπωρίες και τις δοκιμασίες που υποστήκαμε κατά την διάρκεια της διαμονής αυτού του ανθρώπου. Εδώ.
Ήταν ένας έμπειρος στρατιώτης και η στρατηγική του μας εύρισκε πάντα εκτός θέσης.
Μετά τον θάνατο του όμως να πράγματα άλλαξαν κάπως και μπορέσαμε να αποδεσμεύσουμε από αυτό το φρούριο δέκα χιλιάδες δικούς μας.
Έτσι μείναμε εδώ πενήντα χιλιάδες.
Όταν οι μοναχοί άρχισαν να αμελούν τον κανόνα τους και να ενδιαφέρονται περισσότερο για τους αγρούς, τα κτίρια και τα αμπέλια, απαλλάξαμε άλλους δέκα χιλιάδες από τα καθήκοντα τους εδώ και οι υπόλοιποι σαράντα χιλιάδες μείναμε για να συνεχίσουμε τις προσβολές μας.
Λίγα χρόνια αργότερα, μερικοί από τους μονάχους αποφάσισαν να αλλάξουν το τυπικό του Παϊσίου, διαφώνησαν μεταξύ τους και μερικοί έφυγαν.
Στο μεταξύ δόθηκε άδεια σε λαϊκούς να νοικιάζουν δωμάτια στο μοναστήρι, κι όταν μάλιστα έφεραν και τις γυναίκες τους μέσα, κάναμε γιορτή για την νίκη μας και μειώσαμε τον στρατό μας κατά δέκα χιλιάδες ακόμα.
Αργότερα που άνοιξαν και τα σχολεία για νεαρά αγόρια ο πόλεμος πλησίασε μπρος στο τέλος του πια και μπορούσαμε να μειώσουμε τις δυνάμεις μας κατά δέκα χιλιάδες ακόμη, αφήνοντας εδώ μόνο είκοσι χιλιάδες δικούς μας για να επιβλέπουν τους μοναχούς.
Μόλις ο γέροντας Σωφρόνιος άκουσε όλα αυτά αναστέναξε μέσα του και ρώτησε τον μαύρο δαίμονα.
Τι ανάγκη έχετε να μένετε ακόμη στο μοναστήρι αφού βλέπετε, όπως και ο ίδιος ομολογείς πως οι μοναχοί έχουν παραιτηθεί από τον πόλεμο;
Τι άλλη δουλεία έμεινε ακόμα εδώ για σας;
Και εκείνος ο παγκάκιστος, εξαναγκασμένος από την δύναμη του Θεού, αποκάλυψε το μυστικό του.
Είναι αλήθεια πως δεν υπάρχει κανένας πια να μας πολεμήσει όπως παλιά, αφού η αγάπη έχει ψυχραθεί και έχετε προσκολληθεί σε επίγειες και κοσμικές υποθέσεις.
Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα στο μοναστήρι που μας ενοχλεί και μας ανησυχεί.
Είναι αυτά τα κουρελόχαρτα τα βιβλία στον όλεθρο να πάνε!!
Αυτά που έχετε στην βιβλιοθήκη σας.
Ζούμε με τον φόβο και τον τρόμο μήπως κάποιος από τους νεωτέρους μονάχους τα πιάσει στα χέρια κι αρχίζει να τα διαβάζει.
Μόλις αρχίσουν να διαβάζουν τα καταραμένα αυτά κουρελόχαρτα, μαθαίνουν την αρχαία ευλάβεια κι εχθρότητα σας εναντίον μας κι οι νεαροί αρχάριοι ξεσηκώνονται.
Μαθαίνουν από αυτά πως οι παλιοί χριστιανοί, μοναχοί και λαϊκοί, συνήθιζαν να προσεύχονται αδιάλειπτα, να νηστεύουν, να εξετάζουν και να ξαγορεύονται τους λογισμούς, να αγρυπνούν και να ζουν σαν ξένοι και παρεπίδημοι σ` αυτόν τον κόσμο.
Μετά, απλοϊκοί όπως είναι, αρχίζουν να θέτουν τις ανοησίες αυτές σε εφαρμογή.
Ακόμη παίρνουν σοβαρά όλη την Άγια Γραφή.
Μας βρίζουν και ωρύονται εναντίον μας σαν άγρια θηρία.
Αρκεί να σου πω ότι ένας από αυτούς τους ανόητους θερμοκέφαλους είναι αρκετός για να μας διώξει όλους από εδώ.
Είναι τόσο ανηλεείς και ασυμβίβαστοι εναντίον μας, όσο και ο θανατωμένος αρχηγός σας (ο Σωτήρας).
Επί τέλους, έχουμε τόση ειρήνη και ηρεμία μαζί σας.
Αυτά τα αποκαλούμενα πνευματικά βιβλία σας όμως είναι μια διαρκεί πηγή εχθρότητα και ταραχής.
Γιατί δεν μπορούμε να έχουμε ειρήνη; Γιατί εσείς δεν διαβάζεται τα βιβλία μου;
Δεν είναι και αυτά πνευματικά;
Κι εγώ πνεύμα δεν είμαι;
Κι εγώ εμπνέω ανθρώπους να γράφουν βιβλία.
Δε φτάνει παρά να πέσει ένα απ` αυτά τα παλιόχαρτα, που τα λέτε περγαμηνές, στα χέρια ενός απλού κι ανόητου κι αρχίζει εκ νέου καινούργιος πόλεμος κι αναγκαζόμαστε να φεύγουμε κι να αρπάζουμε πάλι τα όπλα εναντίον σας.
Ανήμπορος πια να κρατήσει σιωπή, ο φτωχός ηγούμενος τον ρώτησε.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο όπλο σας εναντίον των μοναχών στους καιρούς μας;
Κι εκείνος απάντησε.
Όλο το ενδιαφέρον μας σήμερα στρέφεται στο να κρατήσουμε τους μονάχους και τις μοναχές μακριά από τις πνευματικές ενασχολήσεις, ιδιαίτερα δε από την προσευχή και την μελέτη αυτών των καπνισμένων βιβλίων.
Γιατί δε δαπανάτε περισσότερο χρόνο στη φροντίδα των κήπων και των αμπελιών, στο ψάρεμα, στα σχολεία για τους νέους, στη φιλοξενία όλων αυτών των καλών ανθρώπων που έρχονται εδώ το καλοκαίρι για καθαρό αέρα και υγιεινό νερό;
Οι μοναστές που ασχολούνται με τέτοια πράγματα πιάνονται στα δίχτυα μας όπως οι μύγες στον ιστό της αράχνης.
Ως ότου όλα αυτά τα βιβλία καταστραφούν ή φθαρούν από το χρόνο, δε θα ειρηνέψουμε.
Είναι σαν σαΐτες και βέλη για μας.
Δεν είχε καλά καλά τελειώσει τα λόγια αυτά και σήμανε το σήμαντρο για την ακολουθία του όρθρου.
Ο αρχηγός των δαιμόνων εξαφανίστηκε αμέσως σαν καπνός.
Ο γέροντας ξεκίνησε για την εκκλησία με μεγάλο πόνο ψυχής, εξαιτίας των αποκαλύψεων αυτών και μπήκε στην εκκλησία.
Όταν μαζεύτηκαν οι μοναχοί τους διηγήθηκε με δάκρυα στα μάτια όλα όσα είδε κι άκουσε κατ την διάρκεια της φοβερής Αυτής οπτασίας.
Και μετά έδωσε εντολή να καταγραφούν όλα αυτά για να ωφεληθούν οι επιγενόμενοι.

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΟΣΙΑΚΟΥ ΤΕΛΟΥΣ

40. Πρώην εγγονός του αείμνηστου ησυχαστού Χαρίτωνος υπήρξε και ο Χαρίτων μοναχός, ο Καυσοκαλυβίτης.
Ακολούθησε τα ευλογημένα ίχνη του παππού του και επιδόθηκε στην άθληση και τα κατορθώματα της ασκήσεως, νέος όταν ήταν ακόμη.
Πολλές φορές έπεφτε σε έκσταση ενώ έτρωγε.
Αδιάκοπη νίψη και αδιάλειπτος προσευχή ήταν η ζωή του.
Και ο θάνατος του οσιακός και αυτός.
Έπεσε κατάκοιτος στο κρεβάτι και στα τελευταία του έβλεπε ουράνια οπτασία.
Πάτερ Αθανάσιε, έλεγε στον παραδελφό του, κοίταξε.
Που βρέθηκαν τόσο μικρά ολόλευκα παιδάκια;
Ω, τι ωραία, κοίτα. Κρατούν λουλούδια στα χεράκια τους.
Σε ευχαριστώ Θεέ μου, που με αξίωσες να δω τους αγγέλους σου.
41. Ο Λαυριώτης γέρων Θεόφιλος φρόντισε για τα μνημόσυνά του και είχε δώσει χρήματα για τα επιμνημόσυνα έξοδα. Προ του θανάτου του μοίρασε όλα τα προσωπικά του είδη στους αδελφούς και πατέρας.
42. Ένας καλός και ενάρετος ιερομόναχος της ιερά μονής του αγίου Παύλου, απεβίωσε, βρισκόμενος έξω την Μονής σε ένα βραχάκι καθισμένος και ευλογών με το δεξί του χέρι.
43. «Χριστέ μου, το μέγα Σου έλεος»
Αυτοί ήταν οι τελευταίοι λόγοι του γέροντος Αββακούμ του ανυπόδητου, με τους οποίους λόγους και εκοιμήθη με ειρήνη.
44. Ένας μοναχός ρώτησε ένα άλλο γέροντα, ηλικίας άνω των 100 χρονών.
Τώρα που θα φύγεις από τον πρόσκαιρο αυτό κόσμο τι αισθάνεσαι;
Αισθάνομαι τόσο χαρούμενος και ειρηνικός σαν να πηγαίνω σε γάμο είπε.
45. Ένας μοναχός εκοιμήθη επικαλούμενος τις τελευταίες στιγμές του βίου του το Πανάγιο Πνεύμα, λέγων το Πνεύμα το Αγιον. Το Πνεύμα το Αγιον. Το Πνεύμα το Αγιον. Το είπε τρεις φορές και ξεψύχησε.
46. Οσιακή η ζωή, οσιακό και το τέλος του ερημίτου Φιλάρετου φίλου της αρετής και της ερήμου.
Λίγο πριν κοιμήθη, κάλεσε δυο αδελφούς των Δανιηλαίων, Δανιήλ και Ακάκιο και αφού τους είπε πολλά περί της νοεράς προσευχης και την μοναχικής πολιτείας, κατόπιν σηκώθηκε όρθιος και παρακάλεσε να του ψάλουν τον εθνικό ύμνο του Άθωνος, δηλαδή το «Άξιον εστίν».
Στάθηκε προσοχή και άκουσε ευφραινόμενος και με δάκρυα ως συνήθως.
Μετα τους αγκάλιασε τους ησπάσθη με το εν Χριστώ ασπασμό και τους είπε.
Αδέλφια μου, αγγελούδια της Παναγίας, δεν πρόκειται να σας ξαναδώ με τα μάτια του σώματος μου, γιατί με κάλεσε ο Κύριος, με την πρεσβεία της Παναγίας και των αγιορειτών Πατέρων, να με πάρει στα ουράνια θεία Σκηνώματα.
Την άλλη μέρα που τον επισκέφτηκαν να τον δουν και να λάβουν την ευχή του, είχε σχηματιστεί μόνος του με σταυρωμένα τα χέρια; Πάνω στο ξύλινο κρεβατάκι του με τα μάτια κλειστά, σαν να κοιμάται τον φυσικό ύπνο.
47. Όταν ο ενάρετος και ο υπαίθριος ασκητής Πέτρος προαισθάνθηκε το τέλος του, πήγε και αποχαιρέτησε τους πατέρες και αδελφούς της ερήμου.
Δεν θα ξαναϊδωθούμε έλεγε στο γέροντα Γεράσιμο τον Υμνογράφο.
Ήταν παραμονή του οσίου Πέτρου του Αθωνίτου όταν επέστρεψε στην σπηλιά, όπου υπάρχει και ναός προς τιμή του αγίου.
Είχαν συγκεντρωθεί όλοι οι ερημίτες για το πανηγύρι.
Μετάλαβε των Αχράντων Μυστηρίων.
Ευχήθηκαν οι πατέρες και οι αδελφοί για την γιορτή του καλό παράδεισο γέρο – Πέτρο με το ασκητικό κέρασμα, είπε το «αμήν» και εκοιμήθει με ειρήνη.
Λίγες μέρες πριν είχε μεταβεί στις Καρυές , χαιρέτισε τους πάντες, έδωσε το εργόχειρων του για να εξασφαλίσει χρήματα για τα έξοδα της κηδείας και για σαρανταλείτουργο.

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΠΙΣΤΕΩΣ

48. Είπε γέρων. Πολλοί άγιοι θα θελαν να ζήσουν στην εποχή μας και να κάνουν τον αγώνα μας.
49. Διηγήθηκε ένας ασκητής. Εδώ έρχονται πολλοί φοιτητές.
Κάποτε είχαν έρθει καμία δεκαριά και ζητούσαν να τους κάνω θαύμα.
Επέμεναν πολύ. Σκέφτηκα με ποιο τρόπο να βάλω μυαλό σε αυτά τα παιδία.
Τους είπα. Λοιπόν, μπείτε στη σειρά για να σας κόψω τα κεφάλια.
Μετά θα κάνω το θαύμα για να σας τα κολλήσω!
Ν` αραιώσετε λίγο, γιατί υπάρχει κίνδυνος να τα μπερδέψω.
Έτοιμοι είστε; Θέλετε να δείτε το θαύμα;
Οι νέοι αντέδρασαν αμέσως.
Όχι, όχι σε μας πάτερ, είπαν με μια φωνή.
50. Έλεγε ένας ηλικιωμένος μοναχός για την ραδιενέργεια.
Μάθαμε και εμείς για την ραδιενέργεια. Τι να σας πω;
Αν το δηλητήριο ήταν σε ένα πράγμα θα λέγαμε ότι πρέπει να το αποφύγουμε.
Τώρα όμως πήγε σε όλα, δεν γίνεται τίποτα.
Εμείς εδώ στο όρος κάνουμε τον σταυρό μας και τα τρώμε όλα.
Τι να φοβηθούμε;
Δεν λέει κάπου και ο Χριστός ότι οι πιστοί «καν θανάσιμων τι πίωσιν, ου μη αυτούς βλάψει;».
Μην ανησυχείτε.
Ο κόσμος έχασε το νόημα της ζωής. Πρέπει όμως να το βρει.
Η απιστία κάνη μεγάλη ζημιά.
Όλα από κει ξεκινούν.

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΥΨΟΠΟΙΟΥ ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗΣ

51. Είπε γέρων. Ταπείνωση είναι το κάτω σκαλοπάτι των αρετών.
Αγάπη είναι το επάνω σκαλοπάτι. Γιατι δεν αγιάζουμε σήμερα;
Γιατι δεν έχουμε ταπείνωση.
52. Είπε γέρων, ο παπα – Βαρθολομαίος, ετών 106, που φορούσε, όταν τον επισκεφτήκαμε, μια ζακέτα με χίλια μπαλώματα. Μέσα στην πολυμάθεια κολλάει η οίησης. Όταν κολλήσει η οιήσεις φεύγει ο Θεός και μένει ο άνθρωπος μόνος με την οίηση.
53. Είπε πάλι άλλος. Η υπερηφάνειά μας κάνει κουφό τον Θεό.
54. Έλεγε ο Ρώσος ασκητής παπα – Τύχων, που έζησε 60 χρόνια στο Άγιο Όρος, αφού γύρισε 300 μοναστήρια.
Ο Θεός το πρωί ευλογεί τον κόσμο όλο με το ένα του χέρι και τον ταπεινό άνθρωπο με τα δυο χέρια. Και προσεύχεται « Κύριε ημών Ιησού Χριστέ χάρισέ μου ταπείνωση»
Άλλο παρθενιά, άλλο ταπείνωση συνήθισε να λέει. Πολλοί παρθένοι υπερήφανοι πήγαν στην κόλαση.
55. Όταν οι αδελφοί και πατέρες εύχονταν τον Νεοσκητιώτη γέροντα Θεοφύλακτο «καλό Παράδεισο», εκείνος απαντούσε.
Δεν είναι αχυρώνας ο Παράδεισος για να δεχτεί εμένα το ζώων!
Τέτοια αυτομεμψία είχαν οι άγιοι πατέρες.
56. Είπε γέρων. Μπορεί κάποιος να αγωνίζεται που κα που με φιλότιμο, αλλά να μην έχει μεγάλη πρόοδο, γιατι δεν έχει ταπείνωση. Ενώ άλλοι αγωνίζονται λιγότερο (άσκηση, νηστεία κ.λ.π.) και προοδεύουν πολύ περισσότερο, γιατί έχουν πολλή ταπείνωση και αυτή αναπληρώνει πολλά.
57. Έλεγε ένας ασκητής. Ο άνθρωπος δίνεται πρώτα όλος στον Θεό και μετά ο Θεός τον καθαρίζει και τον δίνει στους ανθρώπους.
Όταν ο άνθρωπος πιστεύει ότι είναι χειρότερος όλων, τότε ένα «Κύριε ελέησον»,
που θα πει για τον κόσμο αξίζει περισσότερο από τα χίλια «Κύριε ελέησον» του
άλλου.
58. Είπε γέρων. Ο Θεός μας δίνει πολλές ευκαιρίες για να κερδίσουμε τον Παράδεισο, αλλά εμείς τις ευκαιρίες δεν τις δεχόμαστε όλες, τις διώχνουμε.
59. Μην έχετε εμπιστοσύνη στον εαυτό σας η αυτοπεποίθηση είναι μεγάλο εμπόδιο στη Θεία Χάρη. Εμπιστοσύνη απόλυτη να έχουμε μόνο στο Θεό. Όταν εμείς αναθέτουμε τα πάντα σε Αυτόν, ο Θεός υποχρεώνεται να μας βοηθήσει.
60. Να ζείτε σε διαρκή δοξολογία και ευχαριστία προς τον Θεό, γιατί η μεγαλύτερη αμαρτία είναι η αχαριστία και ο χειρότερος αμαρτωλός ο αχάριστος.
61. Είπε γέρων. Μοιάζουμε με τσουκνίδες. Από μακριά φαίνονται πράσινες, σαν πεδιάδα, σαν κήπος μα όταν πλησιάσεις και τις αγγίξεις τότε βλέπεις την ασχήμια τους και τότε νιώθεις το κεντρί τους.
62. Ρωτήθηκε κάποτε ένας ερημίτης.
Πως πρέπει να αντιμετωπίζουμε τους επαίνους και τα εγκώμια;
Και απάντησε.
Να έχετε ταπείνωση και να γνωρίζεται καλά τον εαυτό σας.
Να σας πω ένα παράδειγμα.
Όταν σκαλίζω στο ξύλο την μορφή αγίου και τελειώνω, νομίζω ότι είναι καλή.
Την ξανακοιτάω μετά από λίγο και βλέπω ότι έχει ελλείψεις.
Αν βάλω τον φακό θα δω ότι δεν είναι τίποτα το σπουδαίο.
Το ίδιο πάλι και με τα χέρια. Βλέπουμε ότι είναι καθαρά. Αν βάλουμε όμως τον φακό, θα δούμε ότι έχουν βρωμιά και πολλά μικρόβια.
Έτσι, να κοιτάμε προσεκτικά τον εαυτό μας και θα Βλέπουμε ότι δεν είμαστε τίποτα κι ας λέει ο κόσμος.

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΗΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΑΡΕΤΩΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ

63. Όταν προσευχόταν ο όσιος Ακάκιος ο Καυσοκαλυβίτης στεκόταν στην προσευχή ως στύλος ακλόνητος και καθήμενος δεν αισθανόταν καθόλου το σώμα του, σε κατάσταση ψηλή υπάρχων, πλήρης χάριτος και θείου Φωτός.
64. Στην « Μεταμόρφωση» της ιεράς Σκήτης αγίας Άννας έζησε ο ευλαβέστατος Μαυροβούνιος ιερομόναχος Μηνάς.
Το ημερονύκτιο έκαμε από 1000 έως 3000 γονυκλισίες και 50 έως 100 κομβοσχοίνια. Από την πολλή προσευχή δεν άδειαζε να μιλήσει.
Η προσευχή για αυτόν ήταν η ένωση του ανθρώπου με τον Θεό, αλλά είχε και πρακτική ωφέλεια. Τον σκέπασε από την πολυλογία και την κατάκριση.
65. Ένας ασκητής έστελνε τον υποτακτικό του να πουλήσει το εργόχειρο του στις Καρυές. Εκεί ο υποτακτικό του άκουσε στο Πρωτάτο ωραιότατες ψαλμωδίες, μουσική κ.λ.π.
Μια μέρα λέει στον γεροντά του.
Γέροντα έχω ένα λογισμό. Εμείς εδώ πέρα στην έρημο δεν κάνουμε τίποτα. Να δεις πως εκεί υμνούν τον Θεό. Ψαλμωδίες, πράγματα, χορωδίες.
Εμείς εδώ μόνο κομποσχοίνι, μόνο ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ…
Τον παίρνει ο Γέροντας τότε μια άλλη μέρα και του λέει.
Ας, πάμε παιδί μου να δούμε τι κάνουν αυτοί οι πατέρες. Να κάνουμε κι εμείς το δικό τους τυπικό.
Και όταν πήγαν σκύβει στο αυτί του, μέσα στην εκκλησία και του λέει ψιθυριστά.
Πράγματι τέκνο, εδώ δοξάζουν τον Θεό.
Δεν πρόλαβε να τελείωση και πιάνει δυνατός σεισμός.
Σείστηκαν τα σύμπαντα.
Τότε αμέσως οι ψάλτες άφησαν τα μουσικά βιβλία και τα «τεριρέμ» και άρχισαν να τραβούν κομποσχοίνι, φωνάζοντας «ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΥΙΕ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΛΕΗΣΟΝ ΗΜΑΣ»!!!!
Γέροντα πάμε να φύγουμε, πάμε στη δουλεία μας, στην ησυχία μας, στο καλύβι μας. Αυτό που κάνουμε εμείς, είναι ανώτερο από τα ψαλτικά.
Διαπίστωσαν πράγματι, ότι καλύτερη προσευχή είναι η προσευχή με το κομποσχοίνι.
66. Σαράντα χρόνια στην έρημο, όλες τις ακολουθίες τις έκαμα με κομποσχοίνι, διηγείται ο γέρων Χρυσόστομος ο ερημίτης. Την Μ. Τεσσαρακοστή προσπαθούσαμε να έχουμε τον νου μας πάνω στον Εσταυρωμένο. Αλλά πόσο γρήγορα η προσευχή φεύγει. Βία χρειάζεται.
67. Ο γέρων Δανιήλ στην Νέα Σκήτη έζησε 115 χρόνια. Είχε οξυτάτη όραση. Όταν έκανε κομποσχοίνι πήγαινε ο διάβολος με την μορφή τσακαλιού και του τραβούσε το κομποσχοίνι. Εκείνος, όμως συνέχιζε τον αγώνα του.
68. Είπε γέρων. Όπως τα καράβια που κινδυνεύουν εκπέμπουν σήμα κινδύνου συνεχώς, έτσι πρέπει να λέει και ο άνθρωπος συνεχώς την ευχή. Κύριε Ιησού Χριστέ Ελεησον με.
69. Φημολογείται το ακόλουθο γεγονός. Όταν κάποτε ήλθε στο Όρος ο νεοφανείς άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως επισκέφτηκε στην σκήτη της αγίας Άννας σπουδαίο πνευματικό, θεωρητικό και πρακτικό δάσκαλο την νοεράς προσευχης γέροντα, μετα του οποίου συζητούσαν στην καλύβα του και προσευχήθηκαν επί τρία ημερονύκτια!!! Αδιαλείπτως.
70. Ο ερημίτης π. Χρυσόστομος μας διηγείται. Υπήρχε ένας γεροντάκος, στα καυσοκαλύβια.
Είχε αγγελική φωνή. Λέγεται πως όταν έψαλλε το «Άξιον εστί» άνοιγε τα χέρια του διάπλατα από την μεγάλη αγαλλίαση της καρδιά του και φημολογείται ότι κουνιόντουσαν τα καντήλια. Μια φορά κατέβαινα προς την Αγια Άννα και άκουσα να ψέλνει. Έλεγα, μα τι φωνή είναι αυτή; Άγγελος ψάλει;

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΥΠΟΜΟΝΗΣ ΣΤΙΣ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΥΣ

71. Η υπομονή αποκτάται, δεν αγοράζεται έλεγε ένας ασκητής.
72. Είπε ένας γέρων. Η πνευματική ζωή χρήζει υπομονής, σταθεράς υπομονής. Ο άνθρωπος παθαίνει μεταβολές, αλλοιώσεις. Από την μία μέρα στην άλλη.
73. Όταν ρωτούσαν τον ασθενή γέροντα Νικόλαο της Νέας Σκήτης πως είναι στην υγειά του απαντούσε ο υπομονετικός γέρων.
Δόξα το Θεό. Και αλλά μου πρέπουν.
Όταν εκοιμήθη το πρόσωπο του έλαμψε!!
74. Ρώτησε ένας ιερέας γέροντα ασθενή Μόναχο. Πως είστε στην υγειά σας πάτερ; Ε, καλά. Τώρα μου παρουσιάστηκαν και άλλες παθήσεις. Όλα όμως χρειάζονται. Πως θα πάω Εκεί πάνω, παπά μου με άδεια χέρια;
75. « Κύριε μου, γιατί να υποφέρω τόσο πολύ;» παραπονιόταν κάποτε ο ασθενής ενάρετος γέρων Αρτέμιος ο Γρηγοριάτης. Τότε είδε τον Δεσπότη Χριστό, ο οποίος του έδειξε τα χέρια του και την πλευρά του και του έλεγε.
Κοίταξε πόσο υπομονή έκανα. Εσύ για την αγάπη μου δεν υπομένεις;
76. Είπε ένας γέρων μοναχός.
Η ασθένεια είναι θεία επίσκεψη. Η ασθένεια είναι μέγιστο Δώρο του Θεού.
Αυτό που μπορεί να δώσει ο άνθρωπος στο Θεό είναι ο πόνος.
77. Γέροντα έχω τόσα χρόνια στο Άγιο Όρος και δεν είδα καμία οπτασία ή κανένα όραμα ή δεν είχα κάποια πληροφορία πνευματική, έλεγε στον γέροντα πατέρα Ιωακείμ ο τώρα στην Αγγλία, Αγιορείτης Ρώσος ιερομόναχος Σωφρόνιος, ο κτήτορας της εκεί ιεράς Μονής και ο συγγραφέας του βίου του αγίου Σιλουανού.
Του απάντησε ο γέρων Ιωακείμ.
Ποιος σου χάρισε υπομονή και κάθεσαι στο Όρος και μάλιστα στα φρικτά Καρούλια, παρά ο Θεός.
Θα μπορούσες να μείνεις χωρίς εμφανή την Χάρη του Θεού;
Άλλο θαύμα μεγαλύτερο από αυτό μην ζητάς και χάρισμα ψηλότερο μην θέλεις.
78. Ένας νέος μοναχός πήγε στον αββά Ζωσιμά τον Καρουλιώτη και του είπε.
Γέροντα, έχω πειρασμό.
Παιδί μου του απάντησε εκείνος ο πειρασμός υπάρχει παντού.
Στο φαγητό πειρασμός, στον ύπνο πειρασμός.
Θυμήσου τι λέει το Γεροντικό.
Πάρε τους πειρασμούς και κανένας δεν σώνεται.
Και έτσι παρηγορήθει ο αγωνιστής.
79. Ζούσε στην σπηλιά του όσιου Πέτρου του Αθωνίτου ο γέρων Χρυσόστομος και ο μοναχός Σέργιος.
Τον Σέργιο τον πολεμούσε ο σατανάς να φύγει από τον ασκητικό του στίβο και να εγκαταλείψει τον αγώνα.
Κάποτε επισκέφτηκε ένα γέροντα στις Καρυές, που με άφθαστη αυταπάρνηση και υπομονή είχε γηροκομήσει και θάψει τέσσερις γεροντάδες.
Πως μένεις τώρα μόνος σου εδώ χάμω; Τον ρώτησε ο Σέργιος.
Με πολεμάει και εμένα ο διάβολος να φύγω, αλλά ξέρεις τι με κρατάει; Απάντησε ο ηρωικός γέρων.
Έλα να σου δείξω τους θησαυρούς μου.
Ποιοι είναι οι θησαυροί σου; Δεν βλέπω τίποτα.
Τον πήρε τον πήγε σε ένα δωμάτιο, που είχε παλιά παπούτσια, τρύπια πόσων ετών….., παλαιά ζωστικά, και παλαιούς σκούφους των γεροντάδων του αλλά και του εαυτού του, δείγματα αμέτρητων αγώνων και θυσιών….
Να οι θησαυροί μου.
Πες μου, πώς να τους εγκαταλείψω;
Διδάχτηκε ο π. Σέργιος περισσότερο από κάθε άλλη διδασκαλία, από αυτούς τους σιωπηλούς θησαυρούς και διδασκάλους.

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΟΠΕΙΘΟΥΣ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗΣ

80. Είπε γέρων. Για τους άσπλαχνους που πεθαίνουν να κάνετε μνημόσυνα και προπαντός ελεημοσύνη. Ελεημοσύνη. Υπάρχουν πολλοί πτωχοί. Σ` αυτούς να δίνεται.
Στα μνημόσυνα να χρησιμοποιείται κόλλυβα και όχι γλυκά, όπως κάνουν πολλοί τώρα τελευταία.
81. Ο πάμπτωχος και ρακένδυτος Ρουμάνος ασκητής Ε, δεν είχε που την κεφαλή κλείνε. Βοηθούσε στην τράπεζα του Ρωσικού μοναστηριού και ότι έπαιρνε το έδινε ελεημοσύνη στους απομακρυσμένους ασκητές. Είναι η μονή ευκαιρία να σωθώ, έλεγε. Να ζητιανεύω ταπεινούμενος, να κοπιάζω, να διαμοιράζω.
82. Eνας μονάχος ρώτησε τους επισκέπτες του.
Εσείς τι δουλεία κάνετε;
Γέροντα δεν έχουμε καλό επάγγελμα. Έμποροι είμαστε, απάντησαν με συστολή.
Έχουμε αδελφοί μου, μεγάλη ανάγκη από καλούς εμπόρους.
Αλήθεια, για πείτε μου τι κάνετε όταν ακριβαίνουν τα πράγματα;
Πουλάτε και τα παλιά, που είχατε στο μαγαζί με καινούργιες τιμές;
Ναι γέροντα.
Πώς να κάνουμε αλλιώς; Πρέπει να ξαναφέρουμε πράγμα στο μαγαζί.
Καλά, αλλά εσείς από τα παλιά βγάζετε δυο φορές κέρδος.
Φυσικά δεν μπορείτε να το πουλήσετε με τις παλιές τιμές, γιατί θα αντιδράσουν οι άλλοι έμποροι.
Εσείς όμως, το δεύτερο κέρδος, που βγάζεται από τα εμπορεύματα που είχατε στο μαγαζί, να το δίνετε ελεημοσύνη.
83. Όταν υπηρετούσε ο γέρων Αρτέμιος σε ένα Γρηγοριάτικο μετόχι στην Άρτα και πήγαινε να ψωνίσει, στην αγορά, επέστρεφε με άδεια χέρια. Ότι είχε το μοίραζε σε πτωχούς και γεροντάκια.

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ

84. Έλεγε ο γέρων Παίσιος.
Η γυναίκα όταν είναι έγκυος πρέπει να είναι ήρεμη, να διαβάζει το Ευαγγέλιο, να προσεύχεται, να λέει την ευχή.
Έτσι αγιάζεται και το παιδί. Από τώρα αρχίζει η ανατροφή του παιδιού.
Να προσέχεις να μην στεναχωρείς την έγκυο για κανένα λόγο.
85. Ο Διάβολος προσπαθεί να τα καταστρέψει όλα για να μη βρει η νέα γένια καλή «μαγιά» για να «ζυμωθεί».
86. Πρέπει να απλοποιήσουμε την ζωή μας. Η πολυτέλεια κουράζει. Είναι μερικοί που συνεχεία θέλουν να αλλάζουν έπιπλα κλπ. Τρέχουν μετά να βγάλουν περισσότερα χρήματα και έτσι γεμίζουν άγχος.
87. Είπε πάλι. Καλό είναι η οικογένεια να έχει τον ίδιο πνευματικό. Ο άντρας, η γυναίκα, τα παιδία, αυτό βοηθά πολύ.
88. Ένας πιστός τον ρώτησε. Γέροντα, σήμερα πήραν βαθμούς τα παιδία και είναι στεναχωρημένα.
Κοίτα να δεις, σήμερα οι μεγάλοι θέλουν να παίρνουν πολλά λεφτά με λίγη δουλειά, και οι μικροί να παίρνουν μεγάλους βαθμούς, χωρίς διάβασμα.
Και αν είναι δυνατόν να μην φεύγουν από την καφετέρια ή την ξυλοτέξ – πως το λένε – να παίρνουν ένα τηλέφωνο να ρωτούν τι βαθμούς τους έβαλαν. (γέλια).
89. Είπε πάλι. Ακόμη και μέσα στο γάμο πρέπει να συγκρατεί κανείς τον εαυτό του από την ηδονή. Να βάζεις φρένο στην φιληδονία του!
90. Ρώτησε κάποιος τον γέροντα Παϊσιο.
Γέροντα σήμερα πολλοί νέοι άνθρωποι δεν θέλουν να κάνουν παιδιά γιατί σκέφτονται σε τι είδος κόσμο θα φέρουν το παιδί τους.
Μόλυνση από τα χημικά, από τα πυρηνικά, ζωή γεμάτη άγχος, άγρια κοινωνία, πόλεμοι, πεινά, σκοτωμοί, βιασμοί, αρπαγές, απαγωγές………
Αν είμαστε κιόλας στον καιρό του Αντίχριστου σκέφτομαι και εγώ μήπως δεν αξίζει κανείς να παντρεύεται και να κάνει παιδία.
Όχι, Θανάση δεν είναι έτσι!........
Οι χριστιανοί στο καιρό των διωγμών δεν παντρεύονταν;
Και παντρεύονταν και παιδιά έκαναν!!
Είχαν την ελπίδα τους στηριγμένη στο Χριστό…..όχι στους ανθρώπους.
Είναι ολιγοπιστία αυτός ο λογισμός. Ο Θεός σε μια στιγμή μπορεί να τα διορθώσει όλα. Να σβήσει όλα τα στραβά. Κάνουν οι άνθρωποι σχέδια….έχει και Θεός τα δικά Του.
Να ήξερες πόσες φορές τύλιξε ο διάβολος τη γη με την ουρά του για να την καταστρέψει….
Δεν τον άφησε ο Θεός….του χαλάει τα σχέδια. Και το κακό που πάει να κάνει ο διάβολος, ο Θεός το αξιοποιεί και βγάζει μεγάλο καλό. Μην ανησυχείς!
91. Κάποια φορά ο π. Παϊσιος μου διηγήθηκε πως του παρουσιάστηκε η Παναγία μας, μέρα μεσημέρι, και τον βοήθησε σε μια ανάγκη που είχε. Συνομίλησαν μαζί για λίγα λεπτά.
Πως αισθανθήκατε γέροντα; Ρώτησα.
Μεγάλη χαρά….όμως αισθανόμουν και ντροπή…..δυσκολεύομαι…Μητέρα του Θεού είναι….με τον άγιο Ιωακείμ και την αγία Άννα κινούμε πιο άνετα!
92. Ρώτησε κάποιος. Γέροντα είναι μερικά ζευγάρια που ενώ θέλουν, δεν μπορούν να κάνουν παιδιά. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Για να βολεύεται και κανένα ορφανό…τους έδωσε και ο Θεός ένα δικό τους μετά!
93. Είπε πάλι. Όταν γυρίζει κανείς από την δουλειά του και είναι νευριασμένος ή αγχωμένος καλύτερα είναι να πάει μια βόλτα στο πάρκο για είκοσι λεπτά και να γυρίσει στο σπίτι του ήρεμος και με χαμόγελο, και ας πάει καθυστερημένος.
94. Είπε πάλι. Σήμερα τον ζαλίζουν τον άνθρωπο. Τα χτυπάνε τα καημένα τα παιδιά από δω και από κει με διάφορες θεωρίες, τα πιάνει μετά φόβος, άγχος και ξεσπάνε στα ναρκωτικά και την διασκέδαση. Αλλά αυτή η κοσμική διασκέδαση προσθέτει άγχος.
Βλέπεται από αυτή την ζωή κανείς γεύεται σε κάποιο βαθμό την κόλαση ή τον παράδεισο αν ζει σύμφωνα με το θέλημα του θεού με την Εκκλησία.
95. Χάρισε γέροντας ένα βιβλίο στα μεγάλα παιδιά της Γ` Λυκείου, που έλεγε για την ελληνικότητα της Μακεδονίας.
96. Oι γονείς να προσέχουν στο σπίτι τι βιβλία, έχουν γιατί μπορεί να πέσουν στα χέρια των παιδιών και να πάθουν ζημιά. Στο σπίτι να έχεις μόνο χριστιανικά βιβλία.
97. Είπε πάλι. Όταν το παιδί από μικρό γεμίσει με Χριστό πηγαίνει στην εκκλησία με τους γονείς, κοινωνεί, ψάλλει, προσεύχεται, αργότερα όταν μεγαλώσει και φύγει μακριά από τους γονείς και βρεθεί ακόμη και σε άσχημο περιβάλλον δεν έχει ανάγκη. Είναι σαν το ξύλο που όταν έχει ποτιστεί καλά με λινέλαιο μετα δεν έχει ανάγκη από την βροχή, επειδή είναι ποτισμένο με το λαδί, δεν δέχεται τα νερά, τα πετάει έξω.
98. Έλεγε πάλι. Στα παιδία πρέπει να προσέχουμε πολύ τι τους λέμε. Γιατί έχουν μια απλότητα και τα πιστεύουν. Είναι και πολλά που έχουν μεγάλο φιλότιμο και παίρνουν τα λόγια των γονιών τους κατά γράμμα.
99. Ρώτησαν τον γέροντα.
Σε αυτά τα παιδία που έχουν μπλέξει με την γιόγκα και με την μαγεία, πρέπει να τους το λέει κανείς ξεκάθαρα, από την αρχή ότι είναι διαβολικά αυτά η να τους το λέει σιγά - σιγά΄;
Και ο γέρων απάντησε.
Να τους το λέει κανείς, αλλά με καλοσύνη.
100. Είπε πάλι.
Αν ο άνθρωπος αγαπήσει τον Θεό, αγαπάει και τον πλησίον και μετά παθαίνει υπερχείλιση η καρδιά και αγαπάει τα ζώα, την κτίση όλη.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Α/ Ο ΠΑΤΗΡ ΠΑΙΣΙΟΣ ΜΟΥ ΕΙΠΕ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΥΨΕΛΗ
Β/ ΑΘΩΝΙΚΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ Ι. ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟ . ΆΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ
Γ/ ΌΣΙΟΣ ΠΑΙΣΙΟΣ ΒΕΛΙΤΣΚΟΦΣΚΥ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΤΡΟΣ ΜΠΟΤΣΗΣ.